Transcript for:
Η Θεωρία του Τρελού στην Ιστορία

Την νύχτα της 27ης Οκτωβρίου του 1969 ένα σμήνος 6 αμερικανικών βομβαρδιστικών Β-52 απογειώθηκαν από βάσεις της Καλιφόρνιας και της Ανατολικής Ουάσιγκτον. Όλα τους έφεραν πυραύλους αέρος – εδάφους με θερμοπυρηνικές κεφαλές. Τα αεροσκάφη ξεκίνησαν να κινούνται βόρεια, με προορισμό τον Σοβιετικό εναέριο χώρο όπου θα έφταναν σε απόσταση βολής από την Μόσχα. Η εντολή για αυτήν την αποστολή είχε δοθεί μερικές ώρες πριν από τον ίδιο τον Ρίτσαρντ Νίξον τον τότε πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών. Τέσσερις ώρες μετά την απογείωση των 6 βομβαρδιστικών άλλα 6 με τον ίδιο πυρηνικό οπλισμό ακολούθησαν πίσω τους. Μετά από άλλες τέσσερις ώρες και μια τρίτη εξάδα αναχώρησε. Για περίπου τρία εικοσιτετράωρα τα συνολικά 18 βομβαρδιστικά ανεφοδιαζόμενα εν πτήσει έκαναν κύκλους πάνω από την Αρκτική στα όρια του Σοβιετικού εναέριου χώρου. Τι είχε κάνει η τότε Σοβιετική Ένωση που να δικαιολογούσε μια τέτοια πυρηνική απειλή από τις ΗΠΑ; Τίποτα! Σήμερα στο Greekonomics μιλάμε για προχωρημένη στρατηγική αντιπαράθεσης: με πυρηνικά, οικονομικά, ή εμπορικά υπερόπλα. Ετοιμάσου να ανοίξεις το μυαλό σου γιατί σε αυτό το βίντεο θα ξεκινήσουμε από τον Νίξον και θα καταλήξουμε στον Τραμπ για να δεις τις πολιτικοοικονομικές εξελίξεις του σήμερα από μια άλλη οπτική που δεν φανταζόσουν καν ότι υπάρχει. Πάμε να δούμε! Υπότιτλοι για τους συνανθρώπους μας με προβλήματα ακοής: Αντώνης Λαδόπουλος Μια δεκαετία πριν ο Νίξον απειλήσει με θερμοπυρηνικό πόλεμο τον πλανήτη στα καλά καθούμενα ένας οικονομολόγος της RAND, ο Daniel Ellsberg έδωσε μια ομιλία στο Ινστιτούτο Lowell της Βοστώνης με ένα ιδιαίτερα περίεργο θέμα. Ο Ellsberg παρουσίασε για πρώτη φορά επιστημονική επιχειρηματολογία πως το να μην είναι κανείς ορθολογικός μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να λειτουργήσει ως διαπραγματευτικό πλεονέκτημα. Ονόμασε αυτό το πλεονέκτημα «Θεωρία του Τρελού» από τον Μακιαβέλλι που το 1517 είχε γράψει στο βιβλίο του για τον Τίτο Λίβιο: «Είναι ιδιαίτερα σοφό να παριστάνεις τον τρελό». Τα αμέσως επόμενα χρόνια, η Θεωρία του Τρελού μελετήθηκε από πολλούς οικονομολόγους και πολιτικούς επιστήμονες. Μέσα σε αυτούς ήταν και ο σπουδαιότερος ερευνητής σε θέματα διαπραγματευτικής στρατηγικής o νομπελίστας οικονομικών Thomas Schelling. Σε δύο επιστημονικά άρθρα του, το 1960 και το 1966, έγραψε: «Συχνά, η ορθολογικότητα είναι μειονέκτημα στις διαπραγματεύσεις», και ότι «δεν βοηθάει σε όλες τις περιπτώσεις να λειτουργεί κανείς ψύχραιμα, υπολογισμένα, και συγκροτημένα». Όταν ο Νίξον έστελνε τα βομβαρδιστικά προς την Μόσχα, δεν είχε διαβάσει Ellsberg και Schelling. Τους είχε διαβάσει όμως ο πιο διαβόητος διπλωμάτης που πέρασε ποτέ από τον Λευκό Οίκο και γνώριμος και της Ελληνικής πρόσφατης Ιστορίας, ο Henry Kissinger που τότε ήταν Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου. Εκείνος λοιπόν συμβούλεψε τον Νίξον να εφαρμόσει την Θεωρία του Τρελού το 1969 για να τελειώσει τον πόλεμο στο Βιετνάμ ο οποίος είχε ήδη αρχίσει να δημιουργεί σοβαρό πολιτικό κόστος για τον Πρόεδρο στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών. Παριστάνοντας λοιπόν τον τρελό ο Νίξον ήλπιζε να πείσει τους Σοβιετικούς να πιέσουν το Βόρειο Βιετνάμ να συνθηκολογήσει. Πως ξέρουμε ότι ο Νίξον πήγε να ξεκινήσει τρίτο παγκόσμιο για να πείσει τους Σοβιετικούς ότι ήταν τρελός; Επειδή, χρόνια αργότερα ο προσωπάρχης του, Bob Haldeman κατέγραψε στην σελίδα 83 του βιβλίου του αυτά που του είχε πει ο ίδιος ο Νίξον. «Λέγεται η Θεωρία του Τρελού, Bob. Θέλω να πιστέψουν ότι έχω φτάσει στο σημείο που θα έκανα τα πάντα να τερματίσω τον πόλεμο. Θα διαρρεύσουμε λοιπόν προς αυτούς ότι -για όνομα του Θεού- ο Νίξον έχει αρρωστημένη εμμονή εναντίον του Κομμουνισμού. Ότι δεν μπορούμε να τον συγκρατήσουμε όταν θυμώνει, και έχει το δάχτυλό του πάνω στο κουμπί με τα πυρηνικά. Να δεις που ο Χο Τσι Μιν θα είναι σε δυο μέρες στο Παρίσι και θα παρακαλάει για Ειρήνη». Πως όμως λειτουργεί η Θεωρία του Τρελού; Πως είναι δυνατόν η τρέλα να γίνει διαπραγματευτικό πλεονέκτημα; Δες αυτό το παράδειγμα. Ο Χάρης και η Φλώρα διαπραγματεύονται για να μοιραστούν 10 χρυσά νομίσματα με τους εξής κανόνες. Η Φλώρα προτείνει μια μοιρασιά, και αν ο Χάρης την δεχτεί, παίρνουν και οι δύο αυτά που είπε η Φλώρα. Αν όμως ο Χάρης την απορρίψει, δεν παίρνει κανείς τους τίποτα και το παιχνίδι τελειώνει εκεί. Τώρα, ο Χάρης και η Φλώρα δεν είχαν καμία απολύτως σχέση μεταξύ τους πριν την διαπραγμάτευση και δεν θα έχουν ούτε μετά. Δεν προσπαθούν λοιπόν να δώσουν ένα μάθημα ο ένας στον άλλον. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι το με πόσα νομίσματα θα φύγουν. Η λύση αυτού του παιγνίου είναι πολύ απλή. Αν η Φλώρα προτείνει να πάρει όλα τα νομίσματα εκείνη, ο Χάρης θα προβάλει βέτο, η Φλώρα δεν θα πάρει τίποτα. Αν όμως η Φλώρα δώσει έστω ένα νόμισμα στον Χάρη, εκείνος θα συμφωνήσει γιατί είναι καλύτερα για αυτόν να φύγει με ένα νόμισμα, αντί για κανένα. Το ότι εκείνη προτείνει την μοιρασιά, λοιπόν, δίνει σημαντικό διαπραγματευτικό πλεονέκτημα στην Φλώρα και της αποφέρει την μερίδα του λέοντος. Κοίτα όμως να δεις τι γίνεται αν υποθέσουμε πως η Φλώρα έχει ακούσει μια βάσιμη φήμη ότι ο Χάρης είναι λίγο παλαβός και όταν θεωρεί πως αδικείται, δεν έχει πρόβλημα να τα τινάξει όλα στον αέρα, κι ας χάσει. Με βάση αυτήν την πληροφορία η προηγούμενη πρόταση της Φλώρας έχει ρίσκο να τσαντίσει τον Χάρη και η Φλώρα να καταλήξει με άδεια χέρια. Είναι πολύ πιθανόν λοιπόν η Φλώρα να προτείνει να μοιραστούν στα ίσα τα νομίσματα για να μην εκνευρίσει τον αντίπαλό της και να φύγει τουλάχιστον με τα πέντε. Εδώ λοιπόν, η τρέλα του Χάρη του αποφέρει 4 έξτρα νομίσματα σε σχέση με το να ήταν καλά στα μυαλά του. Πάνω σε αυτό ο σπουδαίος στρατηγικός αναλυτής Herman Kahn το 1962 είχε γράψει πως όταν διαπραγματεύεσαι με κάποιον που… γυαλίζει το μάτι του ή συναινείς, ή ετοιμάζεσαι για πόλεμο. Αυτό ακριβώς θέλησε να εκμεταλλευτεί ο Ρίτσαρντ Νίξον. Με δική του οδηγία ο απεσταλμένος των Ηνωμένων Πολιτειών στην Μόσχα Len Garment «εκμυστηρεύτηκε» σε Σοβιετικούς αξιωματούχους πως ο Πρόεδρος Νίξον -ο πρόεδρός του!- ήταν ένα «δραματικά αποκομμένο από την πραγματικότητα άτομο ικανό για βάρβαρη σκληρότητα, παρανοϊκό, και απρόβλεπτο». Και αμέσως μετά, ο Νίξον, για να μην αφήσει καμία αμφιβολία για όλα αυτά έστειλε 18 βομβαρδιστικά με θερμοπυρηνικές κεφαλές να κινηθούν απειλητικά εναντίον μιας εξίσου μεγάλης πυρηνικής δύναμης. Το σχέδιο ήταν η αποστολή να μην διαρρεύσει στον τύπο αλλά να είναι αρκετά θορυβώδης μην τυχόν και δεν την πάρουν χαμπάρι οι Σοβιετικοί. Σήμερα γνωρίζουμε πως η επιχείρηση με κωδικό όνομα «Μακρύ Δόρυ» όπως τότε την είχε βαφτίσει το Αμερικανικό Πεντάγωνο τερματίστηκε άδοξα τρεις μέρες αφότου ξεκίνησε. Ο μόνος από τους στόχους της που πέτυχε, ήταν να μείνει σχεδόν απόρρητη για αρκετά χρόνια μέχρι να αποχαρακτηριστούν τα έγγραφα του αμερικανικού υπουργείου αμύνης. Γιατί όμως μια τακτική που όπως είδαμε και στο παράδειγμα με τον Χάρη και την Φλώρα, θεωρητικά λειτουργεί απέτυχε παταγωδώς όταν δοκιμάστηκε στην πράξη; Επειδή στην απόπειρα του Νίξον έγιναν 4 κρίσιμα σφάλματα. Το πρώτο ήταν ότι οι Σοβιετικοί δεν ήταν αφελείς. Ήξεραν ότι ο Νίξον δεν είναι τρελός. Το αντίθετο, μάλιστα. Η πληροφόρησή τους έλεγε ότι ήταν πολύ προσεκτικός με τα ρίσκα που έπαιρνε. Το δεύτερο λάθος ήταν ότι η απειλή του Νίξον δεν έγινε καν σαφής στους αντιπάλους του. Οι Σοβιετικοί είδαν την αποστολή στα ραντάρ τους αλλά δεν πήγε καν το μυαλό τους ότι η όλη ιστορία γινόταν για το Βιετνάμ. Αντιθέτως, υπέθεσαν πως οι Αμερικανοί προσπαθούσαν να τους αποτρέψουν από το να επιτεθούν στην Κίνα με την οποία τότε οι Σοβιετικοί είχαν έντονες συνοριακές διαφορές. Σε αυτό βοήθησε και το τρίτο σφάλμα. Οι Αμερικανοί ξέχασαν να θέσουν σε πυρηνική ετοιμότητα την αεροπορική βάση του Γκουάμ που ήταν η κοντινότερη στο Βιετνάμ και σίγουρα θα χρειαζόταν, έστω και επικουρικά αν η αποστολή ήταν πραγματική. Και το τέταρτο σφάλμα που έπεισε εντελώς τους Σοβιετικούς ότι η δουλειά ήταν μπλόφα… Τα αμερικανικά υποβρύχια που θα αναλάμβαναν την κατάσταση σε περίπτωση κλιμάκωσης δεν κινητοποιήθηκαν καν κατά την διάρκεια της αποστολής. Για όλους αυτούς τους λόγους οι Σοβιετικοί δεν αντέδρασαν καθόλου στην υποτιθέμενη επίθεση του Νίξον. Κοιτούσαν παραξενεμένοι τα ραντάρ τους με ύφος «τι πίνεις ρε μπρο» και περίμεναν μέχρι οι Αμερικανοί να βαρεθούν να κάνουν κύκλους πάνω από την Αρκτική και να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Όπως και έγινε. Η Αμερική έμεινε μπλεγμένη στο Βιετνάμ για άλλα τριάμισι χρόνια όπου και βίωσε μια από τις χειρότερες στρατιωτικές αποτυχίες στην Ιστορία της. Η «τρελή» αποστολή του Νίξον δεν βοήθησε την κατάσταση. Κάπου εκεί οικονομολόγοι, πολιτικοί επιστήμονες, και στρατιωτικοί αναλυτές πίστεψαν πως αυτό θα ήταν το τέλος της Θεωρίας του Τρελού τουλάχιστον για δυτικούς, δημοκρατικά εκλεγμένους ηγέτες. Και όντως… Μέχρι που ήρθε ο Τραμπ! Είναι υπεράνω κάθε αμφιβολίας ότι ο Ντόναλντ Τραμπ ασπάζεται την Θεωρία του Τρελού γιατί, βασικά, το έχει ξεκαθαρίσει ο ίδιος από την αρχή και συνεχίζει να το παραδέχεται σε κάθε ευκαιρία. Από το 2015, πριν κερδίσει ακόμα το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων είχε πει σε μια συνέντευξη: «Ο Τραμπ αντιδρά απρόβλεπτα και αυτό είναι υπέροχο». Και σε μια άλλη λίγους μήνες μετά: «Θα είμαι πολύ διαφορετικό είδος Προέδρου γιατί είμαι λίγο τρελός». Το 2017 -ως Πρόεδρος πια- ζήτησε κι αυτός από τον διαπραγματευτή του, Robert Lighthizer να πει στους Νοτιοκορεάτες ομολόγους του ότι ο Πρόεδρος είναι τόσο τρελός που μπορεί να αποσύρει την υποστήριξή του από την Νότια Κορέα οποιαδήποτε στιγμή. Βασικά ακόμη και πριν από μερικούς μήνες όταν ρωτήθηκε αν θα υπερασπιζόταν την Ταϊβάν σε ενδεχόμενη επίθεση από την Κίνα, απάντησε πως «ο Σι Τζινπίνγκ δεν θα επιτεθεί στην Ταϊβάν γιατί ξέρει ότι είμαι fucking crazy». Η Θεωρία του Τρελού βρίσκεται πίσω και από τις πολιτικές προτάσεις του Αμερικανού Προέδρου. Από το να προσαρτήσει την Γροιλανδία και τον Καναδά μέχρι την επιβολή δασμών και την κήρυξη εμπορικού πολέμου προς τον υπόλοιπο πλανήτη ο Τραμπ επιδιώκει συνεχώς να επιδεικνύει ότι δρα απρόβλεπτα αλλά και κυρίως, χωρίς να λογαριάζει το κόστος. Προκύπτει λοιπόν το λογικό ερώτημα: γιατί ο Τραμπ ακολουθεί την Θεωρία του Τρελού, που έχει μεν θεωρητική βάση, αλλά στην πράξη αποτυγχάνει; Τί θεωρεί πως θα μπορούσε να κάνει εκείνος διαφορετικά για να κερδίσει από μια τόσο ακραία διαπραγματευτική τακτική; Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα είναι πραγματικά συναρπαστικές. Ας τις πάρουμε μία-μία, με την σειρά. Αν πρόσεξες την ιστορία με τον Νίξον, ένας από τους κυριότερους λόγους που απέτυχε ήταν ότι η αντίπαλη πλευρά δεν κατάλαβε ποτέ τι μήνυμα προσπαθούσε να στείλει. Ο Τραμπ θεωρεί -και μάλλον σωστά- πως υπερτερεί στον τομέα της επικοινωνίας και θα έλεγα ότι το έχει αποδείξει όταν στην πρώτη του θητεία μπόρεσε μόνο με το Τουίτερ να αντιπαλευτεί αποτελεσματικά ολόκληρο το μιντιακό σύστημα της Αμερικής -πλην του φιλικού του Fox. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Αμερικανός Πρόεδρος φροντίζει πάντα να επικοινωνεί τα μηνύματά του δυνατά και καθαρά. Όσο τρελά και να είναι αυτά, ποτέ δεν αφήνει αμφιβολίες για το τι θέλει να πει και σε ποιόν το λέει. Ξεκάθαρο παράδειγμα είναι η διαπραγμάτευση που έκανε με την Βόρεια Κορέα για τα πυρηνικά το 2017. Την μία έλεγε για τον Κιμ «θα τον φροντίσω τον Ρουκετάκια» σε επίσημη ομιλία του και λίγο αργότερα έλεγε ότι τον έχει αγαπήσει. Και στις δύο περιπτώσεις όμως, τα μηνύματά του δεν άφηναν κανένα περιθώριο παρεξήγησης. Ο δεύτερος λόγος που ο Τραμπ εφαρμόζει την Θεωρία του Τρελού είναι επειδή θεωρεί ότι μπορεί να κρατήσει κάποιες ιδιαίτερα ευαίσθητες ισορροπίες. Δώσε προσοχή. Αυτή είναι η Roseanne McManus, καθηγήτρια πολιτικής επιστήμης στο Pen State και κορυφαία ειδικός παγκοσμίως στην Θεωρία του Τρελού. Και έχει γράψει και ένα από τα σημαντικότερα βιβλία για πολιτικές διαπραγματεύσεις. Η Roseanne μας εξηγεί ότι για να λειτουργήσει η Θεωρία του Τρελού απαιτείται να πετύχεις την λεπτή ισορροπία μεταξύ δύο αντιφατικών στόχων. Από την μία να πείσεις τον αντίπαλό σου ότι είσαι αρκετά τρελός για να σε φοβάται και από την άλλη όχι και τόσο τρελός για να σε εμπιστεύεται ότι θα τηρήσεις τις συμφωνίες σας στο μέλλον. Αν πρόσεξες πριν, ο Νίξον το είχε αυτό στο μυαλό του. Δεν προσπάθησε να παραστήσει τον εντελώς παλαβό αλλά το ότι ήταν κολλημένος -μανιακός- να τελειώσει τον πόλεμο. Έτσι και είχε πετύχει μια ειρηνευτική συμφωνία, λοιπόν δεν υπήρχε περίπτωση η άλλη πλευρά να αμφέβαλε ότι θα την τηρούσε. Εκεί λοιπόν ο Τραμπ δείχνει να μην τα καταφέρνει, γιατί συνήθως δεν δρα ακραία αλλά αλλοπρόσαλλα για παράδειγμα, ακυρώνοντας με τους δασμούς τις εμπορικές συμφωνίες με τον Καναδά και το Μεξικό που όχι μόνο είχε διαπραγματευτεί ο ίδιος, αλλά τότε τις παρουσίαζε και ως εμπορικές επιτυχίες. Αυτό ακρωτηριάζει την μελλοντική του αξιοπιστία ως συνομιλητή. Δεν είναι καθόλου εύκολο να πείσεις τους υπόλοιπους ότι δεν λογαριάζεις κανένα κόστος. Ειδικά όταν κυβερνάς ένα κράτος με σοβαρούς ανεξάρτητους Θεσμούς που έχουν δημιουργηθεί ακριβώς για αυτόν τον λόγο: για να σε σταματήσουν όταν πας να δράσεις ανορθολογικά ή δόλια. Ο Τραμπ έχει ακυρωθεί πολλές φορές από το Κογκρέσο και τα δικαστήρια όπως όταν πήγε να καταργήσει το Obamacare το 2017 ή να βρει χρηματοδότηση για το τείχος με το Μεξικό το 2019 και σε πολλές άλλες περιπτώσεις. Πέρα όμως από αυτό, όταν χρησιμοποιείς την Θεωρία του Τρελού το κόστος που θέλεις να δείξεις πως δεν λογαριάζεις, μπορεί κάποιες φορές να βγει εκτός ελέγχου όπως για παράδειγμα γίνεται αυτές τις ημέρες με τις αγορές. Ευχαριστώ πολύ την Freedom που για αυτό το επεισόδιο ζήτησε αντί να μιλήσω για την εταιρία, να πω δυο λόγια για το πως επηρεάζονται οι μικροί επενδυτές σε τέτοιες δύσκολες περιόδους. Πρέπει λοιπόν να διακρίνουμε δύο διαφορετικές περιπτώσεις. Οι κερδοσκόποι -που παίζουν τις αγορές βραχυχρόνια, με τοποθετήσεις εβδομάδας, μέρας, ή και ώρας- βλέπουν τα χαρτοφυλάκιά τους να υπόκεινται σε μεγάλες διακυμάνσεις δηλαδή μπορεί να κερδίσουν πολύ ή να χάσουν πολύ σε τέτοιες περιόδους. Για τους μακροχρόνιους επενδυτές όμως που αφήνουν τις επενδύσεις τους μέσα για χρόνια ή και δεκαετίες η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική. Αυτό που βλέπουμε -όχι μόνο στα χρηματιστήρια- αλλά και σε κάθε είδους αγορά είναι ότι σε βαθύ χρονικό ορίζοντα οι αγορές τείνουν να συγκλίνουν στην ανάπτυξη των εταιριών που τις απαρτίζουν. Κοίταξε για παράδειγμα τον S&P500 από το 1970. Απέδωσε κατά μέσο όρο 10,9% ετησίως περνώντας μέσα από συναλλαγματικές και πετρελαϊκές κρίσεις πολέμους, πανδημίες, και την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Γιατί 10,9%; Επειδή περίπου τόση είναι η μέση ανάπτυξη των 500 κορυφαίων εταιριών της Αμερικής. Να πούμε φυσικά εδώ πως οι παρελθούσες αποδόσεις δεν εγγυώνται μελλοντικές και πως οι επενδύσεις δεν είναι καταθέσεις, αλλά παρουσιάζουν σημαντικότερο ρίσκο. Εγώ προσωπικά, που επενδύω μακροχρόνια, είδα την τρέχουσα πτώση των αγορών σαν ευκαιρία. Ενώ λοιπόν συνήθως συμπληρώνω το χαρτοφυλάκιό μου κάθε Ιούνιο και Ιανουάριο φέτος το επισπεύδω για να αγοράσω τα ETFs μου στον S&P500 σε πιο χαμηλές τιμές. Αν θέλεις να επενδύσεις κι εσύ στις αγορές άνοιξε τον λογαριασμό σου στην Freedom δωρεάν από το Greekonomics για να κάνεις τις επενδύσεις σου εύκολα, αξιόπιστα, και στα ελληνικά από μια εποπτευόμενη πλατφόρμα που έχει φυσική παρουσία στην Ελλάδα και ελληνόφωνο προσωπικό και βοηθά και το Greekonomics για να βλέπεις τέτοια βίντεο. Ωραία, πες λοιπόν πως ο Τραμπ λέει: ας αναστατωθούν όσο θέλουν οι αγορές -δεν με νοιάζει- γιατί έτσι κι αλλιώς σε μακροχρόνιο ορίζοντα θα επιστρέψουν εκεί που πρέπει. Υπάρχει ένα ακόμη πρόβλημα να πείσει ότι δεν μπλοφάρει. Η πολιτική δεν ασκείται με μεμονωμένες αποφάσεις, αλλά με μια μακρόχρονη ακολουθία δράσεων. Κοίταξε ένα πολύ ενδιαφέρον και διδακτικό παράδειγμα. Όταν ο Τραμπ αποκάλεσε «Ρουκετάκια» τον αρχηγό της Βόρειας Κορέας το 2017 δεν είχε μείνει μόνο εκεί. Είχε επίσης πει πως θα τον αντιμετωπίσει με «φωτιά και οργή, που η ανθρωπότητα δεν έχει ξαναδεί ποτέ» κάτι που οι περισσότεροι αναλυτές -δικαίως- εξέλαβαν ως ευθεία πυρηνική απειλή. Ακόμη όμως και που αυτή η απειλή εκφράστηκε με τον πιο επίσημο και αυστηρό τρόπο δεν επηρέασε καθόλου την έκβαση της διαπραγμάτευσης. Γιατί; Επειδή ο «Ρουκετάκιας» ήξερε ότι αυτό που έλεγε ο Τραμπ δεν ήταν πραγματοποιήσιμο. Εδώ και δεκαετίες οι ΗΠΑ εφαρμόζουν στην Κορεατική χερσόνησο την πανέξυπνη στρατηγική του «προειδοποιητικού φραγμού». Έχουν λοιπόν μόνιμα εγκατεστημένους στην νότια πλευρά περίπου 30 χιλιάδες Αμερικανούς στρατιώτες όχι με σκοπό να κάνουν κάτι αν κατέβουν οι Βόρειοι -γιατί είναι πολύ λίγοι- αλλά για να δείξουν στους Βόρειους το εξής: Αν επιτεθείτε στην Νότια Κορέα, θα σκοτώσετε και πολλούς Αμερικανούς κάτι που μετά θα μας αναγκάσει να σας εξαϋλώσουμε. Αυτό αποτρέπει μεν αποτελεσματικά τους Βόρειους από το να επιτεθούν αλλά αποτρέπει ακόμη περισσότερο τους Αμερικανούς να ξεκινήσουν πυρηνικό πόλεμο στην περιοχή. Έτσι λοιπόν ο Τραμπ δεν είχε καμία τύχη να πείσει τον Κιμ ότι είναι τρελός. Το αντίστροφο όμως συνέβη. Ο Τραμπ πείστηκε ότι ο Κιμ ήταν τρελός κάτι που ο Αμερικανός πρόεδρος παραδέχτηκε σε μια συνάντησή του το 2017 με τον τότε Πρόεδρο των Φιλιππίνων. Για αυτό, η Θεωρία του Τρελού είναι πιο δημοφιλής σε απολυταρχικά και προσωποκεντρικά καθεστώτα που είτε ο εγωισμός του ηγέτη παίζει πρωταρχικό ρόλο στην διακυβέρνηση ή ο ηγέτης έχει χάσει την επαφή του με το περιβάλλον γιατί ο περίγυρός του τον τρέμει και του μεταφέρει μόνο τις πληροφορίες που θέλει να ακούει. Η Roseanne McManus μάλιστα έχει δημοσιεύσει και μια επιστημονική εργασία με την κατάταξη γνωστών ηγετών ως προς την τρέλα τους. Ένας ακόμη λόγος που ο Τραμπ ακολουθεί την Θεωρία του Τρελού είναι ότι τον βολεύει στο στυλ διακυβέρνησης που μπορεί να εφαρμόσει. Ο Αμερικανός Πρόεδρος δεν έχει εκκολαφθεί σε πολιτικό σωλήνα. Προέρχεται απευθείας από τον επιχειρηματικό στίβο -όντας μάλιστα από την αρχή της καριέρας του το αφεντικό- και είναι συνηθισμένος να λέει, να ξελέει, και μετά να ξαναλέει, ανάλογα με το πως παίζουν οι καταστάσεις σε πραγματικό χρόνο. Ως εκ τούτου, απεχθάνεται να δεσμεύετα σε μια συνεπή πολιτική γραμμή ή οτιδήποτε άλλο τον περιορίζει. Έχοντας λοιπόν εκπαιδεύσει το κοινό και τους δημοσιογράφους ότι «αυτό είναι το στυλ της διακυβέρνησής μου, να λέω και να ξελέω για το καλό της Αμερικής» εξασφαλίζει ασυλία σε ότι και αν εκστομίσει. Έτσι μπορεί να αποκαλεί δημοσίως τον Ζελένσκι δικτάτορα βασιζόμενος σε μη αληθή στοιχεία επειδή θέλει να τον στριμώξει και έξι μέρες μετά που θέλει να υπογράψει συμφωνία μαζί του, να λέει σε συνέντευξη τύπου: «είπα εγώ τέτοιο πράγμα;». Υπάρχει όμως και ένας λόγος που επιτρέπει στον Τραμπ να κερδίζει σημαντικούς πολιτικούς πόντους όσο εφαρμόζει την Θεωρία του Τρελού όχι ευθέως, αλλά πλαγίως. Πολλοί ηγέτες που έχουν μελετήσει προσεκτικά τον Τραμπ πάντοτε διαπραγματεύονται μαζί του με τον εξής τρόπο: του αφήνουν αρχικά έδαφος για να κάνει το κομμάτι του στους ψηφοφόρους του όσο η διαπραγμάτευση παραμένει στην επικαιρότητα και μόλις τα φώτα της δημοσιότητας σβήσουν, διολισθαίνουν σιωπηλά προς τις αρχικές τους θέσεις. Αυτό επιτρέπει στον Τραμπ να πανηγυρίζει εύκολες, γρήγορες και εντυπωσιακές νίκες προς εσωτερική κατανάλωση από τους ψηφοφόρους του αφήνει όμως και τους αντιπάλους του να εισπράττουν ουσιαστικά οφέλη, αργότερα, σιωπηλά. Για παράδειγμα, η εκεχειρία που πέτυχε στην Μέση Ανατολή με τις τρελές απειλές του εναντίον της Χαμάς διαφημίστηκε σαν κάτι που ο προκάτοχός του δεν μπόρεσε να καταφέρει. Εβδομάδες μετά όμως που η συμφωνία κατέρρευσε, ο Πρόεδρος ούτε καν που ασχολήθηκε. Ο τελευταίος και ο πιο σημαντικός λόγος που ο Τραμπ αρέσκεται να εφαρμόζει την θεωρία του Τρελού είναι γιατί αυτή έχει πέραση στους οπαδούς του. Σε ένα από τα σημαντικότερα βιβλία της περασμένης δεκαετίας, το: «Πως Πεθαίνουν οι Δημοκρατίες» οι πολιτικοί επιστήμονες του Χάρβαρντ, Λεβίτσκι και Ζίμπλατ εξηγούν πως οι κρίσεις -οικονομικές ή όποιες άλλες- ευνοούν τους πολιτικούς που προβάλουν αντιθεσμικά προφίλ. Εκείνους δηλαδή που παίρνουν τις καταστάσεις στα χέρια τους και αποδυναμώνουν τους δημοκρατικούς θεσμούς. Την τελευταία εικοσαετία ο μέσος Αμερικανός πιέζεται σε πρωτόγνωρο βαθμό από την εισοδηματική ανισότητα και την παγκοσμιοποίηση και οι συμβατικοί πολιτικοί δεν έχουν κάνει τίποτα για αυτό. Ήταν λοιπόν επόμενο, ο κόσμος να εμπιστευτεί έναν ηγέτη που προβάλλεται ως εντελώς αντισυμβατικός ότι δεν σέβεται τίποτα, ότι έχει την τρέλα που απαιτείται μήπως και αλλάξει κάτι. Ο Τραμπ είχε ήδη επενδύσει σε αυτήν την περσόνα από πολύ πριν προκύψει αυτή η ανάγκη. Δεν χρειάζεται παρά να δεις ένα επεισόδιο του τηλεοπτικού reality “The Apprentice” -10 χρόνια πριν ασχοληθεί με την πολιτική- για να καταλάβεις ότι έπαιζε τον ρόλο του τρελού, ασταθούς αλλά ιδιοφυούς επιχειρηματία που κατεδαφίζει οτιδήποτε συμβατικό για να το ξαναχτίσει με τους δικούς του όρους. Αυτό αγάπησαν οι οπαδοί του σε εκείνον, αυτό πίστεψαν και θα ήταν ανόητος να το αφήσει και να αρχίσει να παριστάνει τον συμβατικό πολιτικό. Οι δασμοί που επέβαλε σε ολόκληρο τον πλανήτη ο Αμερικανός Πρόεδρος εντάσσονται στην Θεωρία του Τρελού. Όχι μόνο επειδή επιβλήθηκαν πρόχειρα και χωρίς μελέτη -όπως θα έκανε κάποιος τρελός- αλλά και επειδή πολύ πριν την επιβολή τους ο Πρόεδρος και οι συνεργάτες του τους παρουσίαζαν σαν διαπραγματευτικό εργαλείο. Καταρχάς, το πρόβλημα που προσπαθεί να αντιμετωπίσει ο Τραμπ είναι υπαρκτό. Η Αμερική σήμερα είναι μια εντόνως ελλειμματική οικονομία, δηλαδή εισάγει πολύ παραπάνω από ότι εξάγει. Αυτό συμβαίνει για 2 λόγους. Πρώτον, εδώ και μισό αιώνα οι Αμερικανοί έχουν συνειδητά προτιμήσει να στρέψουν την οικονομική τους μηχανή προς υψηλής απόδοσης παραγωγή όπως η έρευνα και η ανάπτυξη τεχνολογιών. Άρα θα πρέπει να εισάγουν τα χαμηλότερης οικονομικής απόδοσης προϊόντα που μπορούν να κατασκευαστούν οπουδήποτε. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι το χαμηλό εργατικό κόστος στην Ανατολή καθιστά μη-ανταγωνιστικά και αρκετά προϊόντα που ενδιαφέρονται να παράγουν. Έτσι, η βιομηχανία τους συρρικνώνεται διαρκώς δημιουργώντας τους εκτός από οικονομικό πρόβλημα και γεωπολιτική αδυναμία αφού χώρα χωρίς δική της βιομηχανία δεν μπορεί να θεωρείται στρατιωτική υπερδύναμη. Αυτό προσπαθεί να καταπολεμήσει ο Τραμπ και υπάρχουν τρεις τρόποι να το παλέψει. Ο πρώτος και ο χειρότερος είναι οι δασμοί. Οι δασμοί περιορίζουν το εμπορικό έλλειμμα, όμως δημιουργούν σημαντικότερα προβλήματα όπως δυσχέρειες στην εφοδιαστική αλυσίδα και εξασθένιση της εσωτερικής ανταγωνιστικότητας -όπως και να έχει, ο εξωτερικός ανταγωνισμός κρατά μια οικονομία σε εγρήγορση και όταν εκλείψει λόγω των δασμών, επέρχεται μια χαλάρωση. Ο δεύτερος τρόπος για να επιτευχθεί μια ισορροπία εισαγωγών-εξαγωγών είναι οι εμπορικές συμφωνίες. Να ορίσει δηλαδή μια χώρα και οι εμπορικοί της εταίροι τι χρειάζεται και τι δεν χρειάζεται να εισάγει ο καθένας και στο εξής να πράττουν βάσει αυτής της συμφωνίας. Αυτό μπορεί να λειτουργήσει, δεν είναι όμως εύκολο και σίγουρα δεν είναι η εντυπωσιακή λύση που αναζητά ο Τραμπ. Ο τρίτος τρόπος για να περιοριστούν οι εισαγωγές και να αυξηθούν οι εξαγωγές είναι συναλλαγματικά με την διολίσθηση ή την υποτίμηση του νομίσματος. Είναι ο ευκολότερος τρόπος από τους τρεις και αρκετά πιο ανώδυνος από τους δασμούς. Το έχουμε δει αναλυτικά στο κανάλι πως λειτουργεί και τι κόστη επιφέρει. Τώρα, αν είσαι μια μέση οικονομία, κάνεις απλά μια υποτίμηση, οι εξαγωγές τονώνονται, και πας παρακάτω. Αν όμως είσαι η καλύτερη αγορά στον κόσμο, τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Όσο εσύ υποτιμάς το νόμισμά σου, θα κάνουν το ίδιο και οι εμπορικοί σου εταίροι με τα δικά τους για να εξακολουθήσουν να είναι πιο ανταγωνιστικοί από εσένα στην αγορά σου. Πως λύνεται αυτό; Με το να υπογράψεις με τους εταίρους σου συναλλαγματική συμφωνία ότι δεν θα διολισθαίνουν τα νομίσματά τους περισσότερο από σένα. Γιατί να το δεχτούν; Για να γλυτώσουν από το μαρτύριο των δασμών. Αυτή είναι η διαπραγμάτευση που μάλλον θέλει να κάνει ο Τραμπ και ο μόνος τρόπος που ξέρει, είναι να πείσει την υφήλιο για το πόσο τρελός είναι. Τις τελευταίες εβδομάδες, σχεδόν όλες οι αναλύσεις στον τύπο αναλώνονται στο αν ο εμπορικός πόλεμος που ξεκίνησε η Αμερική θα την ωφελήσει ή τελικά θα την βλάψει. Αν όμως δούμε τους δασμούς στο πλαίσιο της Θεωρίας του Τρελού τότε καταλαβαίνουμε πως η ερώτηση αυτή δεν έχει καν νόημα γιατί το να χάσει η Αμερική από τους δασμούς είναι το κόστος που ο Πρόεδρος Τραμπ θέλει επιδεικτικά να δουν όλοι ότι δεν λογαριάζει. Η σωστή ερώτηση λοιπόν είναι αν θα πετύχει ή θα αποτύχει ολόκληρο το πλαίσιο της Θεωρίας του Τρελού. Και η αλήθεια είναι πως αντιμετωπίζει κάποιες σοβαρές αντικειμενικές δυσκολίες. Η πρώτη είναι ότι πολλά από αυτά που θέλει να πετύχει ο Τραμπ, ίσως απλά να μην γίνονται. Ίσως να μην επιστρέψουν ποτέ τα εργοστάσια στις ανεπτυγμένες χώρες από όπου έφυγαν ίσως να μην δούμε ποτέ ειρήνη στην Μέση Ανατολή ίσως το Ιράν και η Βόρεια Κορέα να μην εγκαταλείψουν ποτέ τα πυρηνικά τους προγράμματα και ίσως η Αμερική δεν είναι δυνατόν να παραμείνει η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο μετά την οικονομική και πληθυσμιακή γιγάντωση της Ανατολής. Η δεύτερη αντικειμενική δυσκολία σχετίζεται με κάτι που έγραψε ο Daniel Drezner καθηγητής Διπλωματίας στο Fletcher School του Πανεπιστημίου Tufts ότι ο πρώτος κανόνας της Θεωρίας του Τρελού, είναι να μην διαφημίζεις πολύ ότι είσαι τρελός. Ο Τραμπ έχει από καιρό παραβεί αυτόν τον κανόνα και του γίνεται όλο και πιο δύσκολο, αλλά και πιο κοστοβόρο να πείσει τους αντιπάλους του ότι είναι τρελός. Φαίνεται ξεκάθαρα αυτό στην τωρινή εμπορική κρίση που οι περισσότερες οικονομικά δυνατές χώρες, παίζουν στα ίσα την μπλόφα του Τραμπ και ανταποδίδουν ανεβάζοντας το κόστος σε επίπεδα που ο Τραμπ ίσως δεν περίμενε. Η τρίτη και σημαντικότερη αντικειμενική δυσκολία όμως είναι ότι η Θεωρία του Τρελού αντιμετωπίζει τις παγκόσμιες σχέσεις σαν παίγνια μηδενικού αθροίσματος ότι για να κερδίσει δηλαδή ο ένας, πρέπει να χάσει ο άλλος. Και εκεί ακριβώς είναι το μεγαλύτερό της πρόβλημα. Ότι οι συμφωνίες που αλλάζουν τον κόσμο και μένουν στην Ιστορία δεν προκύπτουν από διαπραγματεύσεις αντιπαλότητας αλλά συνεργατικότητας - δεν είναι μηδενικού αθροίσματος – αποφέρουν οφέλη προς όλες τις πλευρές, για αυτό τηρούνται, περιφρουρούνται και διαρκούν. Αυτή η συνεργατική νοοτροπία κάνει κάποιον πραγματικό Ηγέτη παγκόσμιας κλάσης. Όχι οι άλλες χώρες να κάνουν πίσω επειδή φοβούνται το πόσο τρελός είναι αλλά να τον ακολουθούν γιατί του έχουν εμπιστοσύνη και γιατί κερδίζουν και εκείνες. Ένα μεγάλο ευχαριστώ στην Freedom που χορήγησε αυτό το επεισόδιο. Είμαι ο Κοσμάς, διδάσκω οικονομική επιστήμη στο Πανεπιστήμιο της Σιγκαπούρης και αυτά ήταν τα δεδομένα της Θεωρίας του Τρελού. Τα συμπεράσματα, όπως πάντα, πρέπει να είναι δικά σου. Τα λέμε στο επόμενο! ΥΠΟΤΙΤΛΙΣΜΟΣ: ΑΝΤΩΝΗΣ ΛΑΔΟΠΟΥΛΟΣ