και είμαστε στον αέρα καλησπέρα σε όλους σε ένα ακόμα σεμινάριο της ανδα ε σήμερα έχουμε το σεμινάριο για το διοικητικό δικονομικό δίκαιο έχουμε τη χαρά να έχουμε εισηγήτρια την ανθή παπατόλια ε και τον πρόεδρο της εανδα το έλιο τον στέλιο ο λόγος σε σένα απευθείας σε ευχαριστώ πολύ αντρέα καλησπέρα σε όλες και όλους ελπίζω το διάβασμά σας αν έχετε ξεκινήσει να προχωράει καλά εμείς συνεχίζουμε τα σεμινάρια μας σήμερα θα όπως είπε και ο αντρέας θα διδαχθεί η διοικητική δικονομία από την ανθή τη παπατόλια η οποία δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις για όσους έχει τύχει έστω να ξαναδούν ε να δουν βασικά σεμινάριο δικη τη δικονομίας είναι πραγματικά εξαιρετική επιστήμονας και δικηγόρος εαν θ είναι δικηγόρος αθηνών ε έχει δύο μεταπτυχιακά διπλώματα το ένα είναι μάλιστα και στο δημόσιο δίκαιο που πρόκειται σήμερα να διδάξει από κει και πέρα ε εμείς συνεχίζουμε κανονικά τα σεμινάρια μας ε και και και μέχρι αύριο και τη μεγάλη τετάρτη ε μόνο τι μόνο μεγάλη πέμπτη μεγάλη παρασκευή δεν θα γίνουν σεμινάρια έχουν αναρτηθεί ήδη σημειώσεις του διοικητικού διοικητικού δικαίου σήμερα θα αναρτηθούν και τις ανθείς σημειώσεις για τη διοικητική δικονομία ότι χρειαστείτε είμαστε στη διάθεσή σας ε χωρίς να θέλω να πω κάτι άλλο καλή επιτυχία σε όλους και όλους εύχομαι κιόλας καλό πάσχα αν δεν τα ξαναπούμε να περάσετε καλά να ξεκουραστείτε με τις οικογένειές σας ε και κυρίως να ε να κάνετε πράγματα που σας αρέσουν ανθή έχεις το λόγο και ευχαριστούμε πολύ και πάλι για τη συμμετοχή σου και εγώ σας ευχαριστώ πάρα πολύ καλησπέρα σε όλους ε είναι πολύ μεγάλη μου χαρά που είμαι και σήμερα εδώ για τη διοικητική δικονομία μαζί σας ε έτσι πριν ξεκινήσω να δώσω πολλά συγχαρητήρια σε όλο το διοικητικό συμβούλιο της εμβα για την εκλογή και να ευχηθώ καλή θητεία να συγχαρώ ιδιαιτέρως τους συναδέλφους που είναι παρόντες σήμερα τους προέδρους της εανδα πλέον και στο νέο πρόεδρο το το στέλιο να σου ευχηθώ στέλιο καλή επιτυχία και από αυτή την θέση στα καθήκοντά σου θεωρώ ότι με τη μαχητικότητα έτσι που σε διακρίνει και το ήθος και όλο το τρέξιμο που που κάνεις για τους συναδέλφους θα ανταποκριθείς με επιτυχία και σε αυτά σου τα τα καθήκοντα ε σήμερα μαζί ε όπως είπαν και η συνάδελφοι θα ασχοληθούμε με ζητήματα αποκλειστικά διοικητικής δικονομίας κατόπιν των εισηγήσεων που έγιναν στο αντικείμενο του διοικητικού δικαίου αν θυμάμαι καλά την παρασκευή ε για τις εξετάσεις αυτές η αλήθεια είναι ότι θα πρέπει να γνωρίζετε πάρα πολύ καλά ε τα βασικά νομοθετη ήματα της διοικητικής δικονομίας τα οποία και θα δούμε σήμερα στα οποία και θα πρέπει να ανατρέχετε καθώς συνήθως η αλήθεια είναι ότι οι απαντήσεις στις ερωτήσεις που σας τίθενται βρίσκονται στα νομοθετήματα αυτά ε δηλαδή στο προεδρικό διάταγμα 18ου 1989 και στον κώδικα διοικητικής δικονομίας ε που είναι ο νόμος 2717 ε του 1999 ε από την πλευρά μου θα γίνει σήμερα μία μία παρουσίαση των βασικών ζητημάτων τα οποία προκύπτουν τόσο στις ακυρωτικές διαφορές όσο και στις διαφορές ουσίας ε παράλληλα με την παρουσίαση των διατάξεων των βασικών διατάξεων των νομοθετημάτων θα γίνεται μνεία και σε κάποια παραδείγματα τα οποία θα σας βοηθήσουν να κατανοήσετε όσο το δυνατόν καλύτερα ε τα ζητήματα που προκύπτουν και θα είναι χρήσιμα και για την επίλυση των πρακτικών θεμάτων που θα θείτε να αντιμετωπίσετε ε στο site θα αναρτηθούν και σημειώσεις που έχω ετοιμάσει για τη διοικητική δικονομία στις οποίες θα μπορείτε να ανατρέχετε παράλληλα με την σημερινή μου εισήγηση ας ξεκινήσουμε λοιπόν λοιπόν ε καταρχήν θα πρέπει να έχετε στο νου τη βασική νομοθεσία δηλαδή το περιοδικό διάταγμα 18 του 1989 και το το οποίο αφορά τις ακυρωτικές διαφορές είναι η δικονομία του συμβουλίου της επικρατείας και επιπλέον τον κώδικα διοικητικής δικονομίας δηλαδή το νόμο 2717 τ 1999 σστο διοικητικό δίκαιο ε πέντε είναι τα ένδικα βοηθήματα τα οποία θα πρέπει να γνωρίζετε και να θυμάστε πρώτον η αίτηση ακύρωσης δεύτερον η προσφυγή ουσίας τρίτον η αγωγή τέταρτο ε η ανακοπή εκτέλεσης και πν η ένσταση των εκλογών η ο ακυρωτικές ε η στις ακυρωτικές διαφορές επιγραμματικά πάλι όπως σας είπα σχετικά με την με την δικονομία θα ανατρέχετε στο προεδρικό διάταγμα 18 του 1989 δηλαδή εφόσον καταλήξετε ότι το ένδικο βοήθημα το οποίο βρίσκεται στο πρακτικό σας είναι η αίτηση ακύρωση τότε θα ανατρέξετε στο προεδρικό διάταγμα 18 1989 στις σημειώσεις σας έχω και τη νομοθεσία ε η οποία περιλαμβάνει ακυρωτικές διαφορές σας έχω σημειώσει το άρθρο 1 του νόμου 702 του 77 το οποίο είναι χρήσιμο για την αρμοδιότητα και το άρθρο 15 του νόμου 3068 του 2002 το οποίο αφορά τη νομοθεσία για τους περι λλο απών στις διαφορές ουσίας τώρα τα τα ένδικα βοηθήματα είναι όπως είπαμε η προσφυγή ουσίας η αγωγή η ανακοπή εκτέλεσης και η ένσταση εκλογών οπότε εφόσον στο πρακτικό το ένδικο βοήθημα το οποίο έχετε μπροστά σας είναι ένα από αυτά τότε θα ανατρέξετε για τη δικονομία στον κώδικα διοικητικής δικονομίας το νόμο 2717 του 1999 στι ημι ό σας έχω ε συμπεριλάβει ε σχετικά με τις διαφορές ουσίας το νόμο 146 ου 83 και συγκεκριμένα το άρθρο 1 που σας ενδιαφέρει επίσης το άρθρο 7 του νόμου 702 του 1977 αλλά και το άρθρο 66 είναι σημαντικό να θυμάστε του νόμου 4055 του 2012 εμ λοιπόν ξεκινάμε έτσι με λίγα πολύ πολύ βασικά ζητήματα σχετικά με το κάθε ένδικο βοήθημα και στη συνέχεια θα δούμε αναλυτικά το κάθε ένδικο βοήθημα χωριστά η αίτηση ακύρωσης πρώτα απ όλα είναι το ένδικο βοήθημα με το οποίο στην ουσία τι επιδιώκεται η ακύρωση μιας προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης είτε η ολική είτε η μερική ακύρωσή της όχι η τροποποίησή της μόνο ακύρωση της πράξης στην περίπτωση της αίτησης ακύρωσης το δικαστήριο εξετάζει τη διαφορά και ελέγχει την πράξη μόνο ως προς τη νομιμότητά της άρα όχι ως προς την ουσία της κάνει δηλαδή αυτό που λέμε μόνο έλεγχο νομιμότητας η αίτηση ακύρωσης οπότε είναι το ένδικο βοήθημα στην οποία το δικαστήριο εξετάζει μόνο τη νομιμότητα της διοικητικής πράξης όχι την ουσία έτσι ένα τελευταίο ζήτημα για την αίτηση ακύρωσης επιγραμματικά πάλι είναι ότι εκείνη ασκείται είτε ενώπιον του συμβουλίου της επικρατείας είτε ενώπιον κάποιου τακτικού διοικητικού δικαστηρίου κυρίως του διοικητικού εφετείου αλλά και του διοικητικού πρωτοδικείου ε στα τακτικά αυτά δικαστήρια έχει α τα τακτικά αυτά δικαστήρια έχουν αποκτήσει αρμοδιότητα να για την εκδίκαση της αιτησης ακύρωσης κατ εφαρμογή του άρθρου 95 παράγραφος 3 του συντάγματος αυτά τα βασικά για την αίτηση ακύρωσης ως προς την προσφυγή ουσίας η προσφυγή ουσίας είναι το ένδικο βοήθημα με το οποίο ζητείται η άσκηση ουσιαστικού ελέγχου μιας διοικητικής πράξης άρα έλεγχος ουσίας μιας διοικητικής πράξης ατομικής διοικητικής πράξης ε η προσφυγή ασκείται μόνο επί διαφορών ουσίας δηλαδή στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες ο νόμος έχει χαρακτηρίσει ε ως διαφορές ουσίας με την προσφυγή δεν ελέγχεται μόνο η νομιμότητα της πράξης όπως με την αίτηση ακύρωσης ε με την προσφυγή μπορεί να ελεγχθεί και η κατ ουσίαν ορθότητα μιας διοικητικής πράξης άρα έλεγχος νομιμότητας και ουσίας αυτή είναι μία διαφορά από την αίτηση ακύρωσης μία άλλη διαφορά με την αίτηση ακύρωσης είναι ότι ο δικαστής της προσφυγής ε σε αντίθεση με τον δικαστή της αίτησης ακύρωσης έχει την εξουσία όχι μόνο να ακυρώσει αλλά και να τροποποιήσει την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη τώρα εμ περνάμε στην ανακοπή εκτέλεσης η ανακοπή είναι το το ένδικο βοήθημα κατά των πράξεων οι οποίες εκδίδονται στο πλαίσιο της διοικητικής εκτέλεσης γι αυτό και λέγεται ανακοπή εκτέλεσης για παράδειγμα με ανακοπή προσβάλλεται το πρόγραμμα πλειστηριασμού η έκθεση κατάσχεσης μία ταμιακή βεβαίωση ε οι πράξεις που προσβάλλονται με ανακοπή προβλέπονται στο άρθρο 217 του τα διοικητικής δικονομίας οπότε αν δείτε μία από τις πράξεις αυτές οι οποίες αναφέρονται στο 217 τότε σίγουρα το ένδικο βοήθημα το οποίο θα έχετε στο πρακτικό σας θα είναι η ανακοπή η αγωγή η αγωγή ε είναι το ένδικο βοήθημα με το οποίο ένας ιδιώτης ε ζητά από το δικαστήριο να του αναγνωριστεί κάποια χρηματική αξίωση ή να του καταβληθεί κάποιο χρηματικό ποσό το οποίο του οφείλει το δημόσιο από οποιαδήποτε από οποιαδήποτε συγγνώμη έννομη σχέση ε δημοσίου δικαίου δηλαδή έτσι για να το έχετε στο μυαλό σας με την αγωγή ε ζητείτε κάποια αποζημίωση ζητούνται κάποια χρήματα ε αυτό θα το διακρίνετε εύκολα σε ένα πρακτικό αν δείτε ότι ζητείτε αποζημίωση οπότε το πώς θα ζητήσει αποζημείωση με το ένδικο βοήθημα της αγωγής ενώ αντίθετα με την αίτηση κή ακύρωση στην προσφυγή και την ανακοπή ε αυτό που ζητείται είναι η ακύρωση ή η τροποποίηση αντίστοιχα των πράξεων ή των παραλήψεων της διοίκησης αυτά λοιπόν τα βασικά για τα ένδικα βοηθήματα τα οποία θα πρέπει να έχετε ε στο νου επαναλαμβάνω αίτηση ακύρωσης προσφυγή ουσίας ανακοπή εκτέλεσης αγωγή το πρώτο βήμα το οποίο θα πρέπει να γνωρίζετε γιατί από αυτό θα ξεκινήσετε είναι πώς θα διακρίνετε εάν η διαφορά που έχετε μπροστά σας είναι διαφορά ουσίας ή ακυρωτική διαφορά και ποιο είναι το κατάλληλο ένδικο βοήθημα κάθε φορά και το αρμόδιο δικαστήριο για αυτό θα πρέπει καταρχήν να έχετε στο νου το σύνταγμα άρθρα 95 παράγραφος 1α και άρθρο 95 παράγραφος 3 του συντάγματος σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές όλες οι διοικητικές διαφορές είναι ακυρωτικές εκτός αν έχουν χαρακτηριστεί από το σύνταγμα ή από το νόμο ως διαφορές ουσίας οπότε όλες οι διοικητικές διαφορές είναι ακυρωτικές εκτός αν έχουν χαρακτηριστεί ως διαφορές ουσίας είτε από το σύνταγμα είτε από το νόμο δεύτερο όλες οι ακυρωτικές διαφορές υπάγονται στην αρμοδιότητα του συμβουλίου της επικρατείας μόνο αν έχουν υπαχθεί με νόμο στην αρμοδιότητα του διοικητικού εφετείου ή του διοικητικού πρωτοδικείου των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων μόνο τότε ε υπάγονται σε αυτά διαφορετικά υπάγονται στην αρμοδιότητα του συμβουλίου της επικρατείας αυτοί είναι οι δύο βασικοί κανόνες τους οποίους θα πρέπει ε να έχετε σστο νου πριν απαντήσετε στο ερώτημα περί αρμοδιότητας οπότε όλες οι διοικητικές διαφορές είναι ακυρωτικές εκτός αν το σύνταγμα ή ο νόμος τις χαρακτηρίζει διαφορές ουσίας και επίσης όλες οι ακυρωτικές διαφορές υπάγονται στην αρμοδιότητα του συμβουλίου της επικρατείας εκτός αν με νόμο έχουν υπαχθεί ανάλογα με τη φύση και τη σπουδαιότητά τους όπως αναφέρει το σύνταγμα στην αρμοδιότητα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων οπότε ε απλά βήματα έχετε μπροστά σας ένα πρακτικό και τι βλέπετε ότι ο ασκών το ένδικο βοήθημα ε ζητάει αποζημίωση εφόσον ζητάει αποζημίωση η απάντηση στο πρακτικό θα είναι ότι θα μπορεί να ασκήσει το ένδικο βοήθημα της αγωγής πρόκειται λοιπόν για διαφορά ουσίας στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια σύμφωνα με το άρθρο 1 του νόμου 1 406 ε του 83 άρα εφόσον δείτε αποζημίωση το τότε το ένδικο βοήθημα το οποίο θα πρέπει να απαντήσετε είναι η αγωγή ε δεύτερη περίπτωση έχει το πρακτικό μία πράξη βλέπετε αν αυτή η πράξη είναι ατομική ή κανονιστική αν η πράξη είναι κανονιστική τότε το ένδικο βοήθημα με το οποίο αυτή προσβάλλεται είναι η αίτηση ακύρωσης και πο στο συμβούλιο της επικρατείας εύκολο κ αυτό οπότε αν η πράξη η οποία υπάρχει στο πρακτικό είναι κανονιστική τότε η απάντηση στο ερώτημα της αρμοδιότητας και του κατάλληλου ενδίκου βοηθήματος είναι ότι θα ασκηθεί αίτηση ακύρωσης στο συμβούλιο της επικρατείας θυμίζω ότι η κανονιστική είναι μία διηγηση πράξη η οποία θεσπίζει απρόσωπους και αφηρημένους κανόνες δικαίου είτε γενικούς είτε ειδικούς επόμενο εάν στο πρακτικό έχετε μία πράξη η οποία δεν είναι κανον στική αλλά είναι ατομική τότε για να βρούμε το κατάλληλο ένδικο βοήθημα και το αρμόδιο δικαστήριο θα πρέπει να ακολουθήσουμε τα παρακάτω βήματα πρώτον ελέγχουμε αρχικά αν πρόκειται για διαφορά ουσίας ξεκινάμε από αυτό ε δηλαδή αν προβλέπεται η άσκηση ανακοπής ή προσφυγής ουσίας κατά της πράξης εδώ όπως σας είπα και πριν αν είναι μία πράξη από όσους αναφέρονται στο άρθρο 217 του κώδικα διοικητικής δικονομίας δηλαδή ας πούμε αν είναι μία ταμειακή βεβαίωση αν είναι μία κατασχετήρια έκθεση αν είναι το πρόγραμμα πλειστηριασμού τότε το κατάλληλο ένδικο βοήθημα είναι η ανακοπή και θα ανατρέξει στα αντίστοιχα άρθρα του κώδικα διοικητικής δικονομίας αν τώρα δεν είναι κάποια πράξη εκτέλεσης είναι κάποια άλλη ατομική πράξη τότε θα δω πρώτα εάν έχει προβλεφθεί κατά αυτής το ένδικο βοήθημα της προσφυγής οπότε κάνω πρώτα πρώτα απ όλα κοιτάω ε τα νομοθετήματα τα οποία προβλέπουν διαφορές ουσίας ένα νομοθέτημα είναι ο νόμος 1406 το 83 το άρθρο 1 ε εκεί έχει διάφορες περιπτώσεις διαφορών ουσίας επίσης το άρθρο 7 τη νόμο 702 τοου 77 ε παράδειγμα κοινωνικοασφαλιστικές διαφορές προβλέπονται σστο άρθρο 7 του νόμου 702 το 77 και μία ατομική πράξη ε ε προσβάλλεται με προσφυγή ουσίας εφόσον αφορά κοινωνικο ασφαλιστική διαφορά οπότε εφόσον βρίσκεστε σε ένα από τα άρθρα αυτά τότε η συγκεκριμένη πράξη προσβάλλεται με προσφυγή ουσίας εφόσον ε λοιπόν έχουμε μία από αυτές τις περιπτώσεις και είναι διαφορά ουσίας ε σχετικά με την αρμοδιότητα δεν χρειάζεται να ελέγξω τίποτα άλλο σταματώ εδώ και στη συνέχεια βρίσκω το καθείρξεις κώδικα διοικητικής δικονομίας το οποίο θα το δούμε αμέσως παρακάτω αν όμως η διαφορά δεν υπάγεται σε αυτά τα βασικά νομοθετήματα είτε σε κάποιο νομοθέτημα το οποίο θα σας δώσου τότε θα πρέπει να πάμε στα επόμενα βήματα ε διότι δεν θα είναι διαφορά ουσίας είναι ακυρωτική η διαφορά οπότε το ένδικο βοήθημα το οποίο θα πρέπει να ασκηθεί είναι η αίτηση ακύρωσης σε αυτή την περίπτωση οπότε τι πρέπει να κάνουμε πρέπει να ελέγξουμε σε ποιο δικαστήριο θα ασκηθεί αυτή η αιτηση α κύριος σαν τέταρτο βήμα σαν τρίτο βήμα ε ελέγχουμε λοιπόν ε εάν αυτή η διαφορά έχει υπαχθεί στην αρμοδιότητα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων στο διοικητικό εφετείο για παράδειγμα ή στο διοικητικό πρωτοδικείο οπότε κοιτάμε τοτο άρθρο 1 του νόμου 702 του 77 όπως προανέφερα εκεί έχει αρκετές διαφορές οι οποίες έχουν υπαχθεί στην αρμοδιότητα του διοικητικού εφετείου ως ακυρωτικές διαφορές για παράδειγμα η διαφορές που έχουν να κάνουν με οικοδομικές άδειες είναι ακυρωτικές διαφορές οι οποίες υπάγονται στην αρμοδιότητα του διοικητικού εφετείου ε επίσης οι διαφορές οι οποίες αφορούν τη λύση υπαλληλική σχέση ε ε ή τον διορισμό των λειτουργών και των υπαλλήλων του δημοσίου είναι το άρθρο 1 παράγραφος 1 περίπτωση α του νόμου 702 του 77 τώρα εάν η διαφορά δεν υπάγεται ε σε αυτή την περίπτωση ή για παράδειγμα στο στο άρθρο 15 του νόμου 368 του 2002 είναι μία άλλη περίπ ση ακυρωτικών διαφορών που έχουνε υπαχθεί στην αρμοδιότητα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή αν δεν υπάγεται σε κάποιο άλλο νομοθέτημα το οποίο τυχόν θα σας δίνεται στο πρακτικό τότε ε η ακυρωτική αυτή διαφορά υπάγεται στην αρμοδιότητα του συμβουλίου της επικρατείας σύμφωνα με το τεκμήριο ακυρωτικής αρμοδιότητας του άρθρου 95 που έχει το συμβουλίο της επικρατείας σύμφωνα με το άρθ 95 του συντάγματος οπότε αυτά είναι τα τα βήματα τα οποία θα πρέπει να ακολουθείτε για να απαντήσετε στο πρώτο και βασικό ερώτημα που τυχόν θα σας τεθεί στο πρακτικό δηλαδή ποιο είναι το κατάλληλο εν ειδικο βοήθημα και ποιο είναι το αρμόδιο δικαστήριο και βάση αυτού θα προχωρήσετε και στα επόμενα ερωτήματα ε χρησιμοποιώντας τη δικονομία είτε το προεδρικό διάταγμα 1889 είτε τον τον κώδικα διοικητικής δικονομίας ανάλογα με το ένδικο βοήθημα που έχετε μπροστά σας μία παρατήρηση πριν μπούμε στα επιμέρους ζητήματα των ενδίκων βοηθημάτων σε αυτό το σημείο ε εάν ερωτηθείτε όταν έχετε μία αν μία διαφορά ε η οποία βρίσκεται σε δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων εισαχθεί σε διοικητικό δικαστήριο τι κάνει το τι αποφασίζει το διοικητικό δικαστήριο σε αυτή την περίπτωση μπορεί να παραπέμψει σστο πολιτικό δικαστήριο την υπόθεση η απάντηση είναι όχι σε αυτή την περίπτωση το διοικητικό δικαστήριο απορρίπτει το ασκηθέντα βοήθημα οπότε έλλειψη δικαιοδοσίας το διοικητικό δικαστήριο δεν παραπέμπει στα πολιτικά δικαστήρια αλλά απορρίπτει το ασκηθέντα ωστόσο εάν ασκηθεί άλλη περίπτωση ασκείται προσφυγή ουσίας ή ή αίτηση ακύρωσης σε αναρμόδιο διοικητικό δικαστήριο δηλαδή ασκείται στο συμβούλιο της επικρατείας ενώ πρέπει να ασκηθεί σστο διοικητικό εφετείο για τηση ακύρωσης σε αυτή την περίπτωση το αναρμόδιο διοικητικό δικαστήριο παραπέμπει την υπόθεση στο αρμόδιο δικαστήριο δεν απορρίπτει ένα παράδειγμα που θα σας το έχω και στις σημειώσεις για να το κατανοήσετε περισσότερο ασκείται αίτηση ακύρωσης από τον γ διάδικο ενώπιον του διοικητικού εφετείου κατά πράξεις με την οποία διακόπηκε η συνταξιοδότησή του ως ανασφάλιστου υπερήλικα ογα αυτή είναι η διαφορά ουσίας αν ανοίξετε το άρθρο 1 ε μάλλον το νόμο 1306 του 83 και συγκεκριμένα το άρθρο 1 παράγραφος 2 περίπτωση στ θα δείτε ότι κατά των συγκεκριμένων πράξεων ασκείται προσφυγή ενώπιον του καθ ύλην και κατά τόπον αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου σε αυτή την περίπτωση το διοικητικό εφετείο θα παραπέμψει την υπόθεση στο αρμόδιο δικ κό πρωτοδικείο για να δικαστεί αυτή ως διαφορά ουσίας δεν θα την απορρίψει απορρίπτει μόνο εάν δεν έχει δικαιοδοσία δηλαδή αν ανήκει η διαφορά στην δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων στην άλλη περίπτωση το δικαστήριο παραπέμπει στο καθήλωνε κατά τόπον αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο αυτό να το χετε στο νου τώρα ε ειδικότερα ζητήματα ξεκινάμε με την αίτηση ακύρωσης το πρώτο και βασικό είναι ότι η αίτηση ακύρωση ασκείται κατά εκτελεστής πράξης της διοίκησης εκτελεστής πράξης της διοίκησης ε οπότε δεν μπορεί να ασκηθεί αίτηση ακύρωσης και αυτή ασκείται απαραδέκτως λοιπόν κατά πράξεων οι οποίες δεν είναι εκτελεστές όπως είναι ένα πληροφοριακό έγγραφο της διοίκησης όπως είναι μία βεβαιωτικο πράξη όπως είναι μία εγκύκλιος η οποία απλώς επεξηγεί κάποιο νομοθετικό πλαίσιο εδώ μία μικρή αρεση εάν έχουμε μία εγκύκλια η οποία εισάγει μία νέα ρύθμιση ε η οποία ρύθμιση είναι κανονιστικού χαρακτήρα τότε η εγ κύκλωση είναι εκτελεστή γιατί στην ουσία συν στά κανονιστική πράξη οπότε παραδεκτό σε αυτή την περίπτωση προσβάλλεται με τηση ακύρωσης οι εγκύκλιοι όμως οι οποίες απλώς επεξηγούν κάποιο νομοθετικό πλαίσιο δεν προσβάλλονται παραδεκτός με τηση ακύρωσης είναι μη εκτελεστές διοικητικές πράξεις ήδ απλώς επεξηγούν το νομοθετικό αυό το πλαίσιο οπότε αίτηση ακύρωσης μόνο κατά εκτελεστής διοικητικής πράξης πολύ πολύ σημαντικό επίσης ως ε δεν μπορεί να προσβληθεί μέτση ακύρωσης ευθέως διάταξη τυπικού νόμου άρα αν ας πούμε σε ένα πρακτικό δείτε ότι ο διάδικος γ προσβάλλει το άρθρο 35 του τάδε νόμου του 2023 ε απαραδέκτως προσβάλλει το άρθρο του νόμου νόμου ο νόμος δεν προσβάλλεται μέτση ακύρωσης ο νόμος μπορεί μόνο να ελεγχθεί παρεπιπτόντως από το δικαστήριο στο πλαίσιο προσβολής κάποιας διοικητικής πράξης ο νόμος η διάταξη τυπικού νόμου προσβάλλεται απαραδέκτως ε οποιοσδήποτε νόμος ακόμα και ατομικός να είναι δεν μπορεί να προσβληθεί παραδεκτός με αίτηση ακύρωσης εμ αυτά ως προς τη φύση της προσβαλλόμενης πράξης έννομο συμφέρον για το έννομο συμφέρον ε θα ανατρέχετε στο άρθρο 47 του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 σας αναφέρει μέσα ποιος έχει έννομο συμφέρον έννομο συμφέρον συγκεκριμένα έχουν ο ιδιώτης ή το νομικό πρόσωπο τους οποίους αφορά η διοικητική πράξη ή των οποίων τα έννομα συμφέροντα έστω και μη χρηματικά προσβάλλονται από αυτή το έννομο συμφέρον του ετούτος πρέπει να είναι προσωπικό άμεσο και ενεστώς άρα τρία βασικά χαρακτηριστικά του εννόμου συμφέροντος προσωπικό άμεσο και ενεστώς προσωπικό και άμεσο καταλαβαίνετε τι σημαίνει ενεστώς σημαίνει ότι το έννομο συμφέρον θα πρέπει να συντρέχει σε τρία χρονικά σημεία ποια είναι αυτά τα τρία χρονικά σημεία κατά την τελείωση της διοικητικής πράξης το πρώτο σημείο πρώτο σημείο λοιπόν τελείωση της διοικητικής πράξης ε που είναι η έκδοσή της ε αν πρό πρόκειται για ατομική ή η δημοσίευσή της αν πρόκειται για κανονιστική επίσης κατά την άσκηση της αίτησης ακύρωσης ε είναι το δεύτερο χρονικό σημείο και το τρίτο χρονικό σημείο είναι η συζήτηση της αίτησης ακύρωσης οπότε ενεστώς έννομο συμφέρον σημαίνει ότι θα πρέπει να συντρέχει στα τρία αυτά χρονικά σημεία τα οποία επαναλαμβάνω είναι η η έκδοση της διοικητικής πράξης αν πρόκειται για ατομική αλλιώς η δημοσίευση της αν πρόκειται για κανονιστική είναι το πρώτο χρονικό σημείο το δεύτερο χρονικό σημείο είναι κατά την άσκηση της αίτησης ακύρωσης και το τρίτο χρονικό σημείο είναι κατά τη συζήτηση της υπόθεσης εμ έννομο συμφέρον λοιπόν ε εν κατακλείδι προσωπικό άμεσο και ενεστώς άρθρο 47 προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 τώρα ε προ υπόθεση για την άσκηση αίτησης ακύρωσης είναι εφόσον προβλέπεται κατά της πράξης ενδικοφανής προσφυγή ότι θα πρέπει να ασκηθεί αυτή η ενδικοφανής προσφυγή και στη συνέχεια να ασκηθεί η αίτηση ακύρωσης αυτό τι σημαίνει σημαίνει ότι η αίτηση ακύρωσης είναι απαράδεκτη εάν δεν ασκηθεί προηγουμένως η προβλεπόμενη ενδικοφανής προσφυγή μόνο μία εξαίρεση υπάρχει σε αυτό εάν δεν υπήρξε πλήρης και προσήκουσα ενημέρωση για την άσκησή της ε σε αυτή την περίπτωση ο διοικούμενος παραδεκτός ασκεί την αίτηση ακύρωσης χωρίς να έχει προηγουμένως ασκήση την προβλεπόμενη ενδικοφανή προσφυγή οπότε εφόσον σστο πρακτικό δείτε ότι υπάρχει κάποια πρόβλεψη για άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει πρώτα να ασκηθεί ενδικοφανής προσφυγή και στη συνέχεια να ασκηθεί αίτηση ακύρωσης η οποία θυμίζω ασκείται κατά της πράξης η οποία εκδίδεται επί της ενδικοφανούς προσφυγής αν δεν εκδοθεί κάποια ρητή πράξη τότε η αίτηση ακύρωσης ασκείται κατά της σιωπηρής απόρριψης της ενδικοφανούς προσφυγής εάν λοιπόν ασκηθεί αίτηση ακύρωσης απε κατευθείαν χωρίς να ασκηθεί η προβλεπόμενη ενδικοφανής προσφυγή τότε η αίτηση ακύρωσης αυτή είναι απαράδεκτη τώρα περνάμε στην προθεσμία για την άσκηση της αίτησης ακύρωσης η προθεσμία προβλέπεται σστο άρθρο 46 του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 άρθρο 46 του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 η προθεσμία λοιπόν για την άσκηση της αίτησης ακύρωσης είναι 60 ημέρες οι οποίες αρχίζουνε ανάλογα με το αν είναι ατομική ή κανονιστική ως εξής ε οι 60 ημέρες ξεκινούν εφόσον έχουμε ατομική διοικητική πράξη από την επομένη της κοινοποίησης της προσβαλλόμενης πράξης ή από τότο που ετών έλαβε πλήρη γνώση της πράξης αυτής ε για τις κανονιστικές η προθεσμία των 60 ημερών ξεκινάει από την επομένη της δημοσι ευς τους στην εφημερίδα της κυβερνήσεως η προθεσμία αυτή στο άρθρο 46 προβλέπεται ότι είναι 90 ημέρες για τους διαμένοντες στην αλλοδαπή λοιπόν η προθεσμία η προθεσμία διακόπτεται συγχωρείτε η προθεσμία ε διακόπτεται σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 2 του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 στις εξής περιπτώσεις ε διακόπτεται όταν ασκείται οποιαδήποτε διοικητική προσφυγή εκτός της ενδικοφανούς προβλέπεται ρητά στο άρθρο 46 αυτό του προεδρικού διατάγματος οπότε ποτέ διακόπτεται η προθεσμία διακόπτεται όταν ασκείται απλή ιεραρχική ή ειδική προσφυγή δεν διακόπτετε όταν ασκείται ενδικοφανής αφού άλλωστε όπως σας είπα επί ενδικοφανούς προσφυγής στην ουσία αυτό που προσβάλλεις τι είναι είναι η απόφαση επί της ενδικοφανούς είτε ρητή είτε σιωπηρή τι σημαίνει διακοπή της προθεσμίας στην στην πράξη και πός τη διαστέλλεται από την αναστολή της προθεσμίας είναι άλλο η διακοπή και άλλο η αναστολή διακοπή της προθεσμίας σημαίνει ότι η προθεσμία των 60 ημερών σταματά με το που ασκείται για παράδειγμα μία αίτηση θεραπείας και επανεκκινεί από την αρχή όταν περάσουν οι 30 ημέρες για παράδειγμα από την μία απάντηση ε οπότε η προθεσμία ξεκινά στα ματ διακόπτεται με την άσκηση της αίτησης θεραπείας και ξαναξεκινάει από την αρχή να μετρά οι 60 μέρες αθα ξεκινάτε θα ξεκινάτε να μετράτε τις 60 ημέρες από την αρχή και πάλι ε οπότε διακοπή έχουμε σε περίπτωση άσκησης διοικητικής προσφυγής πλην της ενδικοφανούς αναστολή πότε έχουμε αναστολή της προθεσμίας αναστολή της προθεσμίας έχουμε ε σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας και κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών τι σημαίνει αναστολή της προθεσμίας σημαίνει ότι η προθεσμία για εκείνο το διάστημα δεν προσμετράτε δεν διακόπτεται οπότε ξανα ξεκινάτε να μετράτε από την αρχή αλλά για εκείνο το διάστημα απλώς δεν προσμετράτε οπότε αν ας πούμε έχουνε τρέξει τρεις ημέρες μέχρι την έναρξη των δικαστικών διακοπών θα μετρήσετε άλλες 57 μετά τη λήξη των δικαστικών διακοπών πότε είναι οι δικαστικές διακοπές στις διοικητικές διαφορές οι δικαστικές διακοπές στις οποίες αναστέλλεται για όλο αυτό το διάστημα η προθεσμία για την άσκηση αίτησης ακύρωσης είναι από 1 ιουλίου μέχρι 15 σεπτεμβρίου κάθε έτους 1 ιουλίου λοιπόν με 15 σεπτεμβρίου έχουμε αναστολή της προθεσμίας άσκησης της προσφυγής αυτή λοιπόν αυτές τις μέρες λοιπόν δεν προσμετράται η η προθεσμία αυτή των 60 ημερών 1 ιουλίου με 15 σεπτεμβρίου επίσης ε μάλλον αυτά για την προθεσμία ένα άλλο έτσι που θέλω να θυμάστε για την αίτηση ακύρωσης είναι ότι αν ασκηθεί αίτηση ακύρωσης και απορριφθεί για οποιονδήποτε λόγο σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να δεν μπορεί να ασκηθεί δεύτερη αίτηση ακύρωσης ακόμα δηλαδή και αν απορριφθεί για κάποιο λόγο τυπικό η αίτηση ακύρωσης δεν μπορεί να ασκηθεί δεύτερη μετά ε η ρύθμιση αυτή έχει κριθεί ότι δεν αντίκειται σστο δικαίωμα δικαστικής προστασίας διότι το δικαίωμα δικαστικής προστασίας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 20 ε παράγραφος 1 του συντάγματος και στο άρθρο 6 της εσδα προβλέπει την άσκηση αίτησης ακύρωσης την άσκηση μίας αίτησης ακύρωσης οπότε ε το γεγονός ότι δεν μπορεί να ασκηθεί δεύτερη δεν αντίκειται στο δικαίωμα δικαστικής προστασίας αυτό δεν θα ήθελα να το μπερδέψετε γιατί στην στην στο κώδικα διοικητικής δικονομίας στις διατάξεις περί προσφυγής αλλά και περί αγωγής ε και περί της αγωγής υπάρχουνε ρυθμήσεις τις οποίες προβλέπεται υπό κάποιες προϋποθέσεις και σε κάποιες περιπτώσεις η άσκηση δεύτερης προσφυγής και δεύτερης αγωγής στον στο προεδρικό διάταγμα 18 του 89 που αφορά την αίτηση ακύρωσης αυτό δεν υπάρχει δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για άσκηση δεύτερης αίτησης ακύρωσης οπότε αν απορριφθεί η αίτηση ακύρωσης για οποιονδήποτε λόγο για να απορριφθεί δεν μπορεί να ασκηθεί δεύτερη τώρα περνάμε λίγο στους πρόσθετους λόγους και στα υπομνήματα που μπορεί να ασκηθούν επί ετησης ακύρωσης ε να να πω λίγο στην αρχή ότι με τους πρόσθετους λόγγους αυτό που μπορεί να κάνει ο διάδικος είναι ότι ε μπορεί να προβάλλει νέους λόγους ακύρωσης ε με το υπόμνημα δεν μπορεί να προβάλλει νέους λόγους ακύρωσης μπορεί μόνο να αναπτύξει κάποιους ισχυρισμούς του ο οπότε με τους πρόσθετους λόγους μπορεί να προβάλει μόνο μάλλον με τους πρόσθετους λόγους μπορεί να προβάλει νέους λόγους ακύρωσης ο πρόσθετοι λόγοι ε δικονομικά τώρα οι πρόσθετοι λόγοι κατατίθενται στη γραμματεία του δικαστηρίου που εκκρεμεί τηση ακύρωσης και κοινοποιούνται στους άλλους διαδίκους 15 τουλάχιστον πλήρεις ημέρες πριν από την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης με επιμέλεια εκείνου που άσκησε την αίτηση ακύρωσης αυτό προβλέπεται ρητά στο άρθρο 25 του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 οπότε ε οι πρόσθετοι λόγοι θέλω να θυμάστε την προθεσμία 15 τουλάχιστον πλήρης ημέρες πριν από την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης και επίσης να θυμάστε ότι κατατίθενται και κοινοποιούνται δεν θέλουμε απλώς κατάθεση θέλουμε και κοινοποίηση ε η κοινοποίηση μάλιστα δεν γίνεται με επιμέλεια του δικαστηρίου γίνεται με επιμέλεια εκείνου που άσκησε την αίτηση ακύρωσης ε σημαντικό εάν οι πρόσθετοι λόγοι κατατεθούν αλλά δεν κοινοποιηθούν μέσα σε αυτές τις 15 πλήρης ημέρες ή κοινοποιηθούν ή δεν κοινοποιηθούν καθόλου ή κοινοποιηθούν ας πούμε δύο μέρες τρεις μέρες 14 μέρες πριν στη συζήτηση τότε οι πρόσθετοι λόγοι είναι παραδεκτή ε μόνο όμως αν ο αντίδικος παραστεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και δεν αντιλέγει αλλιώς είναι απαράδεκτη αν αντιλέγει είναι απαράδεκτη ωστόσο ε εάν οι πρόσθετοι λόγοι ε δεν κατατεθούν μέσα σε αυτή την προθεσμία ε δηλαδή δεν κατατεθούν 15 τουλάχιστον πλήρεις ημέρες πριν από την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης κατατεθούν ας πούμε την προηγούμενη μέρα ή πέ μέρες πριν ακόμα και αν ο αντίδικος παραστεί και δεν αντι λέξει αυτό το απαράδεκτο δεν θεραπ θεραπεύεται οπότε η μη εμπρόθεσμη κατάθεση δεν θεραπεύεται ποτέ σε καμία περίπτωση ε η εμπρόθεσμη όμως κατάθεση αλλά η μη εμπρόθεσμη κοινοποίηση ή καθόλου κοινοποίηση θεραπεύονται μόνο αν ο αντίδικος παραστεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και δεν αντι λέξει αυτά για τους πρώτους λόγους για το υπόμνημα πάλι άρθρο 25 του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 προβλέπεται εκεί η προθεσμία ε έχουμε δύο υπομνήματα να έχετε κατά νου είναι το υπόμνημα στις ακυρωτικές διαφορές το οποίο κατατίθεται πριν τη συζήτηση της υπόθεσης συγκεκριμένα κατατίθεται στη γραμματεία έξι πλήρεις ημέρες πριν από τη συζήτηση της υπόθεσης ε ωστόσο υπόμνημα μπορεί να κατατεθεί και μετά τη συζήτηση μέσα σε τασσόμενη από το δικαστήριο προθεσμία ωστόσο με το υπόμνημα αυτό μπορούν μόνο να αναπτυχθούν όλα όσα έχουν εκτεθεί στο δικαστήριο σε καμία περίπτωση λοιπόν όπως σας είπα και πριν δεν μπορείς με το υπόμνημα να προβάλλεις νέους λόγους ε ειδικώς για το επόμενο μετά τη συζήτηση μπορείς μόνο να αναπτύξεις όσα έχουν εκτεθεί στο δικαστήριο ε θυμίζω και πάλι άρθρο 25 προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 τώρα ομοδικία και συνάφεια περνάμε ομοδικία ε τι σημαίνει ομοδικία όταν περισσότεροι αιτούντες με το ίδιο δικόγραφο ε ασκούν κοινή αίτηση ακύρωσης οπότε όταν έχουμε περισσότερους αιτούντες κατά των ίδιων πράξεων ε με κοινό δικόγραφο μπορούν να ασκήσουν κοινή αίτηση ακύρωση αυτή είναι η περίπτωση της ομοδικίας ε θα πρέπει να προβάλλουν με κοινό έννομο συμφέρον εμ κοινούς λογούς ακύρωσης οι οποίοι ερείδονται στην ίδια νομική και πραγματική βάση σχετικά με την ομοδικία θα ανατρέξετε στο άρθρο 45 του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 και συγκεκριμένα στο άρθρο 45 παράγραφος 6 μάλιστα υπάρχει και ένα ένας ποσοτικός περιορισμός ο αριθμός των ομοδίκων σε κάθε δικόγραφο δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 50 οπότε περισσότεροι μπορούν με το ίδιο δικόγραφο να ασκήσουν κινή αίτηση ακύρωσης κατά των ίδιων πράξεων ή παραλήψεων προβάλλοντας με κοινό έννομο συμφέρον κοινούς λόγγους ακύρωσης οι οποίοι ερείδονται στην ίδια νομική και πραγματική βάση στην περίπτωση κατά την οποία δεν συντρέχουν οι ε οι προϋποθέσεις ομοδικίας για παράδειγμα εάν δεν προβάλλουν κοινούς λόγους ακύρωσης ο α ο β και ο γ οι οποίοι ασκούν μαζί την αίτηση ακύρωση τι συμβαίνει σε αυτή την περίπτωση το δικαστήριο κρατεί την υπόθεση για τον πρώτο ετούτα και για όσους ομ οδικού με αυτόν και με προδικαστική απόφαση διατάσει το χωρισμό του δικογράφου ως προς τους λοιπούς αυτό προβλέπεται πλέον ρητά στο άρθρο 45 παράγραφος 6 του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 οπότε εάν το δικαστήριο διαπιστώσει ότι έχει ασκηθεί μία αίτηση ακύρωσης από πολλούς αιτούντες οι οποίοι όμως δεν ομοδικο παραδεκτά μεταξύ τους τότε τι κάνει κρατεί το ένδικο βοήθημα την αίτηση ακύρωσης για τον πρώτο ετούτα τον πρώτο προτασσω ο στο δικόγραφο και για όσους ομοδικο με αυτόν ε και εκδίδει προδικαστική απόφαση με την οποία διατάσει το χωρισμό του δικογράφου για τους λοιπούς αιτούντες οι οποίοι πρέπει να καταθέσουν χωριστό δικόγραφο μέσα στην οριζόμενη από το δικαστήριο ε προθεσμία τώρα τώρα αυτό είναι η ομοδικία η συνάφεια η συνάφεια είναι όταν με μία αίτηση ακύρωσης προσβάλλεις πολλές πράξεις μαζί οπότε για να είναι αυτό παραδεκτό θα πρέπει αυτές οι πράξεις να είναι συναφείς και πότε είναι συναφής όταν στηρίζονται στην ίδια νομική και κατά ουσιώδη στοιχεία ε πραγματική βάση ή όταν η νομιμότητα της ημείς ασκεί επιρροή στη νομιμότητα της άλλης ο ορισμός αυτός δεν υπάρχει ρητά στο προεδρικό διάταγμα 18 του 889 θα τον βρείτε όμως στις σημειώσεις μου ε το προεδρικό διάταγμα 18 1989 εμ αναφέρει τι συμβαίνει στην περίπτωση κατά την οποία δεν υπάρχει συνάφεια δηλαδή στην περίπτωση κατά την οποία ε ασκείται μία αίτηση ακύρωσης κατά πολλών πράξεων οι οποίες όμως κρίνει το δικαστήριο ότι δεν είναι συναφής μεταξύ τους και σε αυτή την περίπτωση ακολουθεί πάνω μία τακτική με την έλλειψη ομοδικίας δηλαδή τι κάνει κρατεί την αίτηση ακύρωσης για την πρώτη πράξη την πρώτη προταση στο δικόγραφο πράξη και για αυτές που θεωρεί κρίνει μάλλον ότι είναι συναφής ε με την πρώτη προταση με αυτήν και στη συνέχεια με προδικαστική απόφαση διατάσει το χωρισμό του δικογράφου ως προς τις λοιπές πράξεις οπότε επαναλαμβάνω ποιες είναι οι προϋποθέσεις της συνάφειας θα πρέπει ο πράξη να στηρίζονται στην ίδια νομική και κατά τα ουσιώδη στοιχεία πραγματική βάση είναι νομιμότητα της μίας να ασκεί επιρροή στη νομιμότητα της άλλης εάν δεν συντρέχουν αυτές οι προϋποθέσεις της συνάφειας τότε τι γίνεται το δικαστήριο κρατεί το ένδικο βοήθημα ως προς την πρώτη προταση πράξη ε και σε και για όσες είναι συναφείς με αυτήν και με προδικαστική απόφαση διατάσει το χωρισμό του δικογράφου για τις λοιπές πράξεις επαναλαμβάνω άρθρο 45 παράγραφος 6 προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 ε τώρα περνάμε σστο ζήτημα της παρέμβασης παρέμβαση στις ακυρωτικές διαφορές παρέμβαση τρίτος επιθυμεί να συμμετέχει σε δίκη η οποία έχει ανοιχθεί με έτη η ακύρωσης πώς μπορεί να συμμετέχει ασκώντας παρέμβαση εδώ να θυμάστε ότι στην αίτηση ακύρωσης έχουμε μόνο πρόσθετη παρέμβαση επίσης το άρθρο της παρέμβασης είναι το άρθρο 49 του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 το οποίο στην παράγραφο 1 προβλέπει το εξής οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον μπορεί να παρέμβει στη δίκη επι αίτησης ακυρώσεως μόνο για τη διατήρηση της ισχύω της προσβαλλόμενης πράξης οπότε μπορεί κάποιος να παρέμβει μόνο όμως προς διατήρηση της ισχύω της προσβαλλόμενης πράξης δεν μπορεί να παρέμβει υπέρ του ετούτος μπορεί να παρέμβει μόνο στην ουσία υπέρ του καθού δημοσίου ε ένα απλό παράδειγμα έτσι που λέω συνήθως είναι το εξής ε ασκείται για παράδειγμα αίτηση ακύρωσης στο διοικητικό εφετείο ε κατά μίας πράξης με την οποία διορίστηκε ο α στη θέση του δημοσίου υπαλλήλου και δεν διορίστηκε ο β ε την αίτηση ακύρωσης την είνα ασκεί ο β σστο διοικητικό εφετείο εμ παρένθεση σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 1 περίπτωση α του νόμου 72 το 77 ως προς την αρμοδιότητα η παρέμβαση η παρένθεση σε αυτή την περίπτωση λοιπόν ο φίλος ας πούμε του γγ ή κάποιος συνάδελφος ε ενδεχομένως δεν μπορεί να ασκήσει παρέμβαση υπέρ ε του αιτούντος υπέρ αυτού που άσκησε την αίτηση ακύρωσης μπορεί να ασκήσει παρέμβαση μόνο υπέρ του δημοσίου του καθού και αυτό προβλέπεται ρητά σστο άρθρο 49 παράγραφος 1 του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 αυτό για την παρέμβαση και ως προς την προθεσμία της η προθεσμία της είναι έξι πλήρεις ημέρες πριν από τη συζήτηση ε δηλαδή η παρέμβαση θα πρέπει και να κατατεθεί αλλά και να κοινοποιηθεί όπως και η πρόσθετη λόγο όπως είχαμε πριν άρα και κατάθεση και κοινοποίηση έξι πλήρεις ημέρες πριν από την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης και μάλιστα αυτή η κοινοποίηση γίνεται από τον παρεμβαίνοντα όχι από το δικαστήριο άρα κατατίθεται η παρέμβαση κατατίθεται στη γραμματεία του του δικαστηρίου που εκκρεμεί το ένδικο βοήθημα και κοινοποιείται από τον παρεμβαίνοντα όχι από το δικαστήριο έξι πλήρες ημέρες πριν από τη συζήτηση και εδώ η ισχύουν όσα είπαμε για τους πρόσθετους λόγους σχετικά με το απαράδεκτο της μη εμπρόθεσμης κατάθεσης ή της μη εμπρόθεσμης κοινοποίησης δηλαδή επαναλαμβάνω εάν δεν κατατεθεί στην προθεσμία αυτή το δικόγραφο της παρέμβασης για παράδειγμα ε η παρέμβαση κοινοποιείται είναι σήμερα ας πούμε το δικαστήριο 29 απριλίου και η παρέμβαση κατατίθεται την κατατέθηκε την παρασκευή 26 απριλίου 2024 σε αυτή την περίπτωση η μη εμπρόθεσμη κατάθεση δεν θεραπεύεται σε καμία περίπτωση αντίθετα η μη εμπρόθεσμη κοινοποίηση ή μη καθόλου κοινοποίηση θεραπεύεται αν ο αντίδικος παραστεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αν το δημόσιο λοιπόν παραστεί κατά της αν ο αντίδικος με συγχωρείτε ο ο αντίδικος παραστεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ε και δεν αντι λέξει τώρα ε τελευταίο ζήτημα της αίτησης ακύρωσης που θα δούμε και θα περάσουμε στην προσφυγή είναι οι λόγοι ποιοι είναι οι λόγοι για τους οποίους μπορεί να ασκηθεί αίτηση ακύρωσης οι λόγοι προβλέπονται στο 48 είναι συγκεκριμένοι είναι τέσσερις λόγοι ε τους είδατε στο διοικητικό ε εκεί αναπτύσσονται σε αυτή την ενότητα εδώ θα δούμε απλώς ότι προβλέπονται στο άρθρο 48 του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 και είναι οι εξής τέσσερις πρώτον η αναρμοδιότητα της διοικητικής αρχής που εξέδωσε τη διοικητική πράξη δεύτερον η παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας τρίτον η παράβαση ουσιαστικής διάταξης νόμου και τέταρτον η κατάχρηση εξουσίας αυτοί είναι οι τέσσερις λόγοι ακύρωσης οπότε οποιοσδήποτε λόγος για να είναι παραδεκτός θα πρέπει να εντάσσεται στο άρθρο αυτό σε μία από αυτές τις περιπτώσεις 1 έως τσερα αναρμοδιότητα παρά β ουσιώδους τύπου της διαδικασίας παράβαση ουσιαστικής διάταξης νόμου ή κατάχρηση εξουσίας διαφορετικά ε μάλλον σχετικά με την ουσία των λόγων αυτών θα πρέπει κυρίως να ανατρέξετε στην προηγούμενη εισήγηση που αφορά σστο διοικητικό δίκαιο γενικό διοικητικό δίκαιο τώρα προσφυγή ουσίας περνάμε στην προσφυγή ουσίας επαναλαμβάνω νομοθεσία δικονομίας ο κώδικας διοικητικής δικονομίας δηλαδή ο νόμος 2717 του 1999 ε διαφορές ουσίας επαναλαμβάνω ε το είπαμε και πριν στα βήματα για να βρούμε το κατάλληλο ενικό βοήθημα ε νομοθετήματα τα οποία προβλέπουν διαφορές ουσίας είναι ο νόμος χ 406 του 83 το άρθρο 1 επίσης ο νόμος 702 του 77 το άρθρο άρθρο 7 και πολύ σημαντικό είναι και το άρθρο 66 του νόμου 4055 του 2012 το οποίο αφορά πρόστιμα και κυρώσεις έχει κάποιες εξαιρέσεις εκεί θα πρέπει να το δείτε αυτό το άρθρο το άρθρο 66 του νόμου 4055 του 2012 και να προσέξετε ιδιαίτερα τις εξαιρέσεις για παράδειγμα ένα πρόστιμο από ανεξάρτητη διοικητική αρχή ε προσβάλλεται με έτη ση ακύρωση στο συμβούλιο της επικρατείας είναι στις εξαιρέσεις του άρθρου 66 είναι στο άρθρο 66 παράγραφος 2 να το διαβάσετε καλά το συγκεκριμένο άρθρο βρίσκεται στους περισσότερους κώδικες ε τώρα η προσφυγή είναι το ένδικο βοήθημα με το οποίο ζητείται η άσκηση όπως προείπαμε ουσιαστικού ελέγχου μιας ατομικής διοικητικής πράξης και με αυτήν ελέγχεται όχι μόνο η νομιμότητα αλλά και κασίν ορθότητα μιας διοικητικής πράξης και τέλος όπως προείπα το δικα ο δικαστής της προσφυγής έχει την εξουσία όχι μόνο να την ακυρώσει αλλά και να την τροποποιήσει την προσβαλλόμενη ε διοικητική πράξη λοιπόν εφόσον έχουμε μπροστά μας μία προσφυγή ουσίας ανοίγουμε τον κώδικα διοικητικής δικονομίας και απαντάμε ε μέσα από αυτόν κυρίως στα ερωτήματα της δικονομίας οπότε αν μας ρωτήσουν ποιο είναι το καθλιν και ποιο είναι το κατά τόπων αρμόδιο δικαστήριο σε αυτή την περίπτωση θα πάμε στο στο άρθρο 6 του κώδικα διοικητικής δικονομίας το οποίο θέλω να σημειώσετε εδώ ότι δεν αφορά μόνο την προσφυγή ουσίας αφορά και την αγωγή οπότε ε θα το δούμε τώρα εδώ απλώς θέλω να σημειώσω το άρθρο 6 του κώδικα διοικητικής δικονομίας όπως και το άρθρο 7τ που θα δούμε μετά φορα και την αγωγή ε σύμφωνα λοιπόν με το άρθρο 6 του κώδικα διοικητικής δικονομίας το τεκμήριο της αρμοδιότητας το έχει το τριμελές διοικητικό πρωτοδικείο οπότε στην ουσία τη γίνεται υπάρχοντα στο τριμελές διοικητικό πρωτοδικείο όλες οι διαφορές ουσίας εκτός εάν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ίδιου άρθρου το άρθρο δύο προβλέπει κάποιες εξαιρέσεις αυτές είναι οι διαφορές οι οποίες ε προκύπτουν από δημόσιες συμβάσεις οι οποίες ανήκουν στο διοικητικό εφετείο σε πρώτο και τελευταίο βαθμό επίσης εξαίρεση έχουμε στις φορολογικές και τελωνιακοί ε σε αυτές εφόσον η διαφορά είναι μέχρι 60.000€ αρμόδιο είναι το μονομελές διοικητικό πρωτοδικείο από 60.000 μέχρι 150.000 αρμόδιο είναι το τριμελές διοικητικό πρωτοδικείο και από 150.000 και άνω ε αρμόδιο είναι το διοικητικό εφετείο σε πρώτο και τελευταίο βαθμό οπότε πρώτη εξαίρεση δημόσιες συμβάσεις δεύτερη εξαίρεση φορολογικές διαφορές τρίτη εξαίρεση ε είναι οι διαφορές χρηματικές διαφορές εμ σε αυτές εφόσον το αντικείμενο δεν υπερβαίνει τις 60.000 αρμόδιο είναι το μονομελές πρωτοδικείο πάνω από 60 αρμόδιο είναι το τριμελές διοικητικό πρωτοδικείο αυτές είναι οι εξαιρέσεις που υπάρχουν αυτή που θεωρώ εγώ ότι ίσως θα σας αφορά είναι η τρίτη περίπτωση της παραγράφου 2 δηλαδή χρηματικές διαφορές άνω ή κάτω των 60.000€ τώρα ε κατά τόπον αρμοδιότητα και αυτή εφαρμόζονται και στην αγ εκτός από την προσφυγή να το σημειώσετε και αυτό εδώ εμ ποιο είναι αρμόδιο είναι το δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου εδρεύει η αρχή από πράξη παράληψη ύλη και ενέργεια οργάνου της οποίας δημιουργήθηκε η διαφορά και μάλιστα αυτή η αρμοδιότητα διατηρείται και στις περιπτώσεις που κατά αυτών των πράξεων ή παραλήψεων ασκείται οποιαδήποτε διοικητική προσφυγή οπότε καθη αρμοδιότητα επιγραμματικά άρθρο 6 κώδικα διοικητικής δικονομίας κατά τόπον αρμοδιότητα άρθρο εφτά κώδικα διοικητικής δικονομίας ως προς το έννομο συμφέρον εδώ είναι λίγο πιο απλά τα πράγματα γιατί συνήθως τα έχετε κάποια ατομική διοικητική πράξη μπροστά σας που μπορείτε να ερωτηθείτε κάτι τέτοιο εδώ πάλι θα έχουμε τα ίδια ισχύουν τα ίδια με την αίτηση ακύρωσης δηλαδή θα θυμάστε τρία πράγματα το έννομο συμφέρον πρέπει να είναι προσωπικό άμεσο και ενεστώς και τι σημαίνει είναι ενεστώς ότι θα πρέπει να συντρέχει σε τρία χρονικά σημεία κατά την έκδοση της πράξης εφόσον είναι ατομική κατά την άσκηση της προσφυγής και κατά την συζήτηση της προσφυγής οπότε για να είναι νε στό το έννομο συμφέρον τρία χρονικά σημεία έκδοση πράξης άσκηση προσφυγής ε συζήτηση προσφυγής επίσης και στην προσφυγή ε προϋπόθεση παραδεκτού είναι εφόσον προβλέπεται ενδικοφανής προσφυγή θα πρέπει πρώτα να ασκηθεί η ενδικοφανής προσφυγή και στη συνέχεια να ασκηθεί η προσφυγή ουσίας αν δεν ασκηθεί ενδικοφανής προσφυγή αλλά απευθείας ασκηθεί ε προσφυγή ουσίας τότε αυτή είναι απαράδεκτη η ίδια εξαίρεση που ισχύει στην αίτηση ακύρωση ισχύει και εδώ δηλαδή εάν ο προσφεύγων δεν ενημερώθηκε πλήρως και προσηκόντως για την άσκησή της τότε της ενδικοφανούς προσφυγής τότε σε αυτή την περίπτωση ε παραδεκτός ασκεί απευθείας την ενδικοφανή του ε την συγγνώμη την προσφυγή ουσίας ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ενδικοφανών ενδικοφανούς μάλλον προσφυγής είναι αυτή η οποία προβλέπεται στις φορολογικές διαφορές και συγκεκριμένα στον κώδικα φορολογικής διαδικασίας στο άρθρο 63 ε αυτού τώρα ως προς την φύση της προσβαλλόμενης πάλι ισχύουν δ και εδώ με την αίτηση ακύρωσης ασκείται μόνο κατά εκτελεστής διοικητικής πράξης άρα δεν μπορεί να ασκηθεί κατά μία εκτελεστης πράξης όπως για παράδειγμα είναι ένα πληροφοριακό έγγραφο της διοίκησης με το οποίο ενημερώνεται ο διοικούμενος για κάτι ας πούμε για το ότι απορρίφθηκε η ενδικοφανής προσφυγή του το με το έγγραφο με το οποίο ενημερώνεται ότι απορρίφθηκε αυτό είναι μη εκτελεστή πράξη είναι απλώς ενημερωτικό έγγραφο άλλο αν είναι απόφαση επίδικο φανούς αυτή προσβάλλεται παραδεκτός με προσφυγή ουσίας τώρα η προθεσμία η προθεσμία στις προσφυγές ουσίας προβλέπεται στο άρθρο 66 του κώδικα διοικητικής δικονομίας η προθεσμία αυτή είναι 60 ημέρες ε 90 ημέρες είναι για τους διαμένοντες στην αλλοδαπή και ισχύουν τα ίδια με την αίτηση ακύρωσης δηλαδή όταν έχουμε ρητή πράξη ε η προθεσμία ξεκινά από την επομένη της επίδοσής τους ε της επίδοσης μάλλον της πράξης σε αυτούς διαφορετικά από τότε που εκείνοι έλαβαν αποδεδειγμένος πλήρη γνώση του περιεχομένου της πράξης για τους τρίτους η προθεσμία ξεκινάει ε από την δημοσίευση της πράξης ή διαφορετικά από τότο που εκείνοι έλαβαν αποδεδειγμένως πλήρη γνώση του περιεχομένου της πράξης σε περίπτωση παράληψη η προθεσμία κινάει από τη συντέλεση της αυτά όλα προβλέπονται στο άρθρο 66 του κώδικα διοικητικής δικονομίας ο οποίος μάλιστα προβλέπει και μία ειδική προθεσμία η οποία αφορά τις φορολογικές και τις τελωνειακές διαφορές και αυτή είναι η προθεσμία των 30 ημερών οπότε μόνο στις φορολογικές και στις τελωνιακοί για την άσκηση της προσφυγής είναι 30 ημέρες οι οποίες 30 ημέρες γίνονται 90 90 ημέρες λοιπόν για όσους διαμένουν στην αλλοδαπή τώρα πάλι και σε αυτή την περίπτωση προβλέπονται περιπτώσεις διακοπής και αναστολής της προθεσμίας ε ισχύουν τα ίδια πάλι με την αίτηση ακύρωσης η προθεσμία διακόπτεται με την άσκηση οποιασδήποτε διοικητικής προσφυγής ε πλην της ενδικοφανούς οπότε λοιπόν η προθεσμία διακόπτεται είτε με την άσκηση αίτησης θεραπείας είτε ιεραρχικής προσφυγής είτε ειδικής προσφυγής δεν διακόπτεται με την άσκηση ενδικοφανή ν προσφυγής γιατί επαναλαμβάνω επί ενδικοφανούς στην ουσία αυτό που προσβάλλεις είναι η απόφαση είτε ρητή είτε η σιωπηρή επί της ενδικοφανούς προσφυγής το τι σημαίνει η διακοπή της προθεσμίας το είπαμε και πριν σημαίνει ότι η προθεσμία σταματά διακόπτεται και στη συνέχεια επανεκκινεί δηλαδή ξανα μετράται τις 60 ημέρες από τότε που λήγει το διακοπτικό ε γεγονός τώρα αναστολή της προθεσμίας επαναλαμβάνω αναστολή σημαίνει ότι δεν προσμετρά το διάστημα της αναστολής για την προθεσμία και πότε έχουμε αναστολή της προθεσμίας έχουμε πρώτον σε περιπτώση ανωτέρας βίας οπότε και η προσφυγή θα πρέπει να ασκηθεί αμελλητί αμέσως μετά δηλαδή τη λήξη του του γεγονότος ανωτέρας βίας και επίσης αναστολή έχουμε στην περίπτωση στη διάρκεια των δικαστικών διακοπών και πότε έχουμε δικαστικές διακοπές επαναλαμβάνω μη 1 ιουλίου με 15 σεπτεμβρίου εκάστου έτους 1 ιουλίου με 15 σεπτεμβρίου λοιπόν που είναι και οι δικαστικές διακοπές δεν τρέχει οποιαδήποτε προθεσμία είτε για άσκηση ετησης ακύρωσης είτε για άσκηση προσφυγής είτε για άσκηση ανακοπής τώρα έχουμε μία μόνο ειδική προθεσμία αναστολής η οποία αφορά τις φορολογικές και τις τελωνιακοί για αυτές μόνο τις διαφορές η προσφυγή αναστέλλεται μόνο για το διάστημα του αυγούστου δηλαδή 1 αυγούστου με 31 αυγούστου ε κάθε έτους έχουμε αναστολή μόνο όμως για φορολογικές και τελωνειακές διαφορές για τις υπόλοιπες διαφορές 1 ιουλίου με 15 σεπτεμβρίου είτε έχουμε διαφορά ουσίας ε προσφυγή ουσίας είτε έχουμε ακυρωτική διαφορά αίτηση ακύρωσης τώρα ως προς τη ομοδικία και τη συνάφεια ο κώδικας διοικητικής δικονομίας έχει και αυτός έχει έχει ειδικές διατάξεις σχετικά με αυτές είναι πιο αναλυτικές απ του προεδρικού διατάγματος και θα σας βοηθήσουν καλύτερα στην ε στο διάβασμά σας ε εννοείται θα ανατρέξετε εδώ εάν σε ένα πρακτικό ε στο οποίο έχουμε προσφυγή ή αγωγή εμ ε ροτάσι για ομοδικία ε εδώ λοιπόν θα δείτε το άρθρο 115 και επόμενα του κό διοικητικής δικονομίας η ομοδικία διακρίνεται σε δυνητική και αναγκαστική και εδώ το ίδιο πάλι εάν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της ομοδικίας τι κάνει το δικαστήριο κρατεί ε την προσφυγή ως προς τον πρώτο προτασσω στο δικόγραφο και για όσους ομοδικο με αυτόν και διατάσει το χωρισμό του δικογράφου για τους υπόλοιπους είναι ακριβώς το ίδιο που κάνει και επι αίτηση ακύρωσης ο ακυρωτικός δικαστής σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 6 του προ κού διατάγματος 18 τ 1989 τώρα συνάφεια ε για τη συνάφεια θα δείτε τα άρθρα 122 και επόμενα του κώδικα διοικητικής δικονομίας στα οποία ορίζεται ρητά ποιες πράξεις είναι συναφής ε στις διαφορές ουσίας είναι στην ουσία το ίδιο με τις ακυρωτικές διαφορές εδώ όμως υπάρχει ρητή διάταξη που προβλέπει ποιες πράξεις είναι συναφείς μεταξύ τους οπότε 122 παράγραφο δ κώδικα διοικητικής δικονομίας συναφείς είναιι οι πράξεις και οι παραλήψεις όταν στηρίζονται στην ίδια νομική και στην ίδια κατά το ουσιώδη στοιχεία πραγματική βάση πρώτη περίπτωση ή δεύτερη περίπτωση όταν η νομιμότητα της μίας ασκεί επιρροή στη νομιμότητα της άλλης ε ως προς τις υλικές ενέργειες υπάρχει πάλι ειδική ρύθμιση στο άρθρο 122 παράγραφος 3 ποιες δηλαδή υλικές ενέργειες είναι συναφείς συναφής λοιπόν είναι οι υλικές ενέργειες όταν συνδέονται ουσιωδώς μεταξύ τους και οι αξιώσεις που απορρέουν από αυτές στηρίζονται στην ίδια νομική βάση οπότε ως προς τη συνάφεια άρθρο 122 ορίζετε ρητά εδώ πέρα τι είναι η συνάφεια ποιες πράξεις παραλείπεις υλικές ενέργειες είναι συναφής οπότε θα ανατρέξετε σε αυτή τη διάταξη ε και σε αυτή την περίπτωση προβλέπεται ρητά ότι ε εάν δεν συντρέχουν οι περιπτώσεις της συνάφειας το δικαστήριο τι κάνει κρατεί το ένδικο βοήθημα ως προς την πρώτη προταση πράξη και σε όσες και για όσες είναι συναφής με αυτήν και με προδικαστική απόφαση διατάσει το χωρισμό του δικογράφου ε για τις λοιπές ε πράξεις οπότε κρατεί για την πρώτη προσβαλλόμενη και και για όσες ε είναι συναφείς με αυτήν και διατάσεις το χωρισμό προδικαστική απόφαση των ε υπολοίπων τώρα παρέμβαση για την παρέμβαση θέλω λίγο να διακρίνουμε την περίπτωση που έχουμε προσφυγή και αγωγή αυτά τα κάνουμε μαζί γιατί οι διατάξεις είναι κοινές σας τα αναφέρω μαζί γιατί διατάξεις είναι κοινές ε ή της δικονομίας η παρέμβαση λοιπόν εμ μπορεί εδώ να είναι σστο κώδικα διοικητικής δικονομίας προβλέπεται και κύρια και πρόσθετη παρέμβαση η κύρια παρέμβαση προβλέπεται μόνο επί αγωγής στην ουσία σε αυτή την περίπτωση ο παρεμβαίνων διεκδικεί το αντικείμενο της θήκης ωστόσο ε στον κώδικα διοικητικής δικονομίας υπάρχει και η πρόσθετη παρέμβαση σε αυτή την περίπτωση ο παρεμβαίνων υποστηρίζει το διάδικο υπέρ του οποίου έχει ένα ομο συμφέρον να αποβεί η δίκη οπότε κύρια παρέμβαση επί αγωγή πρόσθετη παρέμβαση επί προσφυγής η η παρέμβαση και εδώ κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου που εκκρεμεί το ένδικο βοήθημα και κοινοποιείται από τον παρεμβαίνοντα όχι από το δικαστήριο έξι πλήρες ημέρες πριν τη συζήτηση της υπόθεσης τώρα ε αυτά και ως προς την παρέμβαση πάμε λίγο στους πρόσθετους λόγους και στα υπομνήματα εδώ έχουμε κάποιες μικρές μικρές διαφοροποιήσεις από το το προεδρικό διάταγμα ως προς τα υπομνήματα μόνο ε ως προς τους πρόσθετους λόγους ισχύουν όσα είδαμε υπάρχει ρητή διάταξη και εδώ είναι το άρθρο 131 του κώδικα διοικητικής δικονομίας θυμίζω αυτό είναι κοινό και στην προσφυγή και στην αίτηση ακύρωσης ότι με τους πρόσθετους λόγους μπορούν να προβληθούν νέοι λόγο προσφυγής ενώ με το υπόμνημα όχι με το υπόμνημα με το υπόμνημα μπορεί να γίνει μόνο ανάπτυξη ήδη προβληθεί ε ισχυρισμών εδώ λοιπόν όπως ρητά προβλέπεται στο άρθρο 131 παράγραφος 1 του κώδικα διοικητικής δικονομίας το δικόγραφο των πρόσθετων λόγων κατατίθεται στη γραμματεία και με τη φροντίδα του διαδίκου που το ασκεί επιδίδεται στους άλλους διαδίκους 15 τουλάχιστον ημέρες πριν από την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης οπότε στην ουσία και εδώ έχουμε και κατάθεση και κοινοποίηση και μά μάλλιστα με επιμέλεια του προσφεύγοντες του προσφεύγοντος και η προθεσμία είναι 15 τουλάχιστον πλήρης ημέρες πριν από την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης τώρα δεν σας είπα και πριν να σας το πω εδώ τι σημαίνει πρώτη συζήτηση της υπόθεσης ε στην ουσία πρώτη συζήτηση είναι η συζήτηση στην οποία το δικαστή τριο κανονικά συζητεί την υπόθεση στην ουσία της δηλαδή δεν θα πρέπει να το μπερδεύετε με την δικάσιμο εάν ας πούμε έχει οριστεί δικάσιμος παράδειγμα 29 απριλίου 2024 και το δικαστήριο σε αυτή την περίπτωση αναβάλλει για 18 σεπτεμβρίου 2024 και 18 σεπτεμβρίου συζητεί την υπόθεση τότε οι πρόσθετοι λόγοι θα πρέπει να κατατεθούν 15 τουλάχιστον πλήρες ημέρες πριν από την ημέρα που έγινε η πρώτη συζήτηση άρα πριν τις 18 σεπτεμβρίου του 24 ε σήμερα 29 απριλίου είναι απλώς δικάσιμος εφόσον αναβλήθηκε η υπόθεση η προθεσμία δεν μετράει από για 15 μέρες πριν από σήμερα αλλά πριν από την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης αυτό ισχύει και στις ακυρωτικές διαφορές και εδώ τώρα σχετικά με το υπόμνημα για το υπόμνημα ε θα δείτε το άρθρο 138 του κώδικα διοικητικής δικονομίας εδώ προβλέπεται ότι το υπόμνημα μπορεί να κατατεθεί για την ανάπτυξη των ισχυρισμών των διαδίκων το αργότερο έως τρεις εργάσιμες ημέρες μετά τη συζήτηση της υπόθεσης οπότε ε υπομνήματα των διαδίκων μόνο για ανάπτυξη των χειρισμών τους ε το αργότερο τρεις εργάσιμες ημέρες μετά τη συζήτηση της υπόθεσης μπορούνε και πριν το αργότερο είναι τρεις εργάσιμες ημέρες μετά και μέσα στην προθεσμία σε προθεσμία μάλλον τριών εργάσιμων ημερών απ τη λήξη αυτής της προθεσμίας ε ο αντίδικος εκείνου που κατέθεσε το υπόμνημα μπορεί με δικό του υπόμνημα να αντικρούσει στις απόψεις που αναπτύχθηκαν με το υπόμνημα του αντιδίκου του οπότε για τα υπομνήματα θα δείτε το άρθρο 138 του κώδικα διοικητικής δικονομίας εδώ να θυμίσω και να σημειώσετε το εξής αυτές είναι ρυθμίσεις για τα δικονομικές ρυθμίσεις μάλλον για τους πρόσταγμα ήματα για τα αποδεικτικά μέσα δηλαδή για τα έγγραφα και οτιδήποτε θέλει να προσκομίσει ο προσφεύγων ή ο ενάγων αντίστοιχα στο δικαστήριο θα πρέπει να σημειώσετε το άρθρο 150 του κώδικα διοικητικής δικονομίας άρθρο 150 σύμφωνα με το οποίο ε τα διοικητικά δικαστήρια ισχύει προ απόδειξη δηλαδή σύμφωνα με το άρθρο αυτό όλα τα αποδεικτικά μέσα πρέπει απαραιτήτως να προσαχθούν στο δικαστήριο έως την προηγούμενη μέρα εκείνες κατά την οποία γίνεται η πρώτη συζήτηση της υπόθεσης άρα όλα τα αποδεικτικά ε μέσα πρέπει να κατατεθούν στο δικαστήριο την προηγούμενη του δικαστηρίου της συζήτησης της υπόθεσης άρα αν αύριο συζητείται μία υπόθεση εγώ μέχρι σήμερα πρέπει πρέπει να προσκομίσω στο δικαστήριο όλα τα αποδεικτικά μέσα δεν μπορώ να τα πάμε το υπόμνημα μετά τη συζήτηση το ίδιο ισχύει και στις ακυρωτικές διαφορές σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα 18 1989 οπότε όλα τα αποδεικτικά μέσα να θυμάστε πρέπει να τα προσκομίσουμε στο δικαστήριο την προτεραία της πρώτης συζήτησης της υπόθεσης τώρα ε κλίνοντας αυτή την παρένθεση για τα αποδεικτικά μέσα να πω ότι για τους πρόσθετους λόγους και εδώ σχετικά με τη μί πρόθεση κοινοποίηση και τη μη πρόθεση κατάθεση ισχύουν όσο αναπτύξαμε προηγουμένως για την για τους πρόσθετους λόγγους επι αίτησης ακύρωσης οπότε στην ουσία τι συμβαίνει αν το δικόγραφο το προσέ των λόγων και εδώ δεν κοινοποιηθεί μέσα στην μέσα στην οριζόμενη προθεσμία των 15 πλήρων ημερών πριν από την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης δηλαδή θεραπεύεται αυτή η μη κοινοποίηση θεραπεύεται σε εισαγωγικά εάν ο αντίδικος παραστεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και δεν αντι λέξει ε μόνο σε αυτή την περίπτωση αν παραστεί και αντι λέξη δεν θεραπεύεται η μη κοινοποίηση ή η εκπρόθεσμη κοινοποίηση αντίθετα όμως αν δεν κατατεθεί το δικόγραφο των προσθέτων λόγων μέσα στην οριζόμενη προθεσμία δηλαδή 15 τουλάχιστον πλήρεις ημέρες πριν από την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης σε αυτή την περίπτωση το δικόγραφο των προσων λόγων είναι απαράδεκτο δεν θεραπεύεται σε καμία περίπτωση ακόμα και αν ο αντίδικος παραστεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και δεν αντι λέξει ε ε αυτά για τους πρόσθετους λόγους και τα υπομνήματα να περάσουμε τώρα σε μία διάταξη την οποία δεν έχουμε δει στο ε στο προεδρικό διάταγμα 18 του 89 δεν υπάρχει αντίστοιχη ρύθμιση όπως σας είπα γιατί δεν προβλέπεται δεύτερη τηση ακύρωσης αντίθετα στον κώδικα διοικητικής δικονομίας προβλέπεται η άσκηση δεύτερης προσφυγής και δεύτερης αγωγής εδώ θα σημειώσετε για την φυγή το άρθρο 70 του κώδικα διοικητικής δικονομίας και για την αγωγή αντίστοιχα θα σημειώστε το άρθρο 76 του κώδικα διοικητικής δικονομίας οπότε σύμφωνα με το άρθρο 70 του κώδικα διοικητικής δικονομίας σας δούμε την προσφυγή τώρα εδώ ε είναι απαράδεκτη άσκηση δεύτερης προσφυγής ουσίας ε μάλλον όχι θα σας το πω διαφορετικά μπορεί αν απορριφθεί για συγκεκριμένους λόγους η προσφυγή να ασκηθεί δεύτερη οπότε εάν απορριφθεί προσφυγή για κάποιον τυπικό λόγο υπάρχει η δυνατότητα να ασκήσεις μετά δεύτερη προσφυγή υπό την υπό τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στη συγκεκριμένη διάταξη δηλαδή η προσφυγή ασκείται εντός προθεσμίας 60 ημερών η δεύτερη προσφυγή από την κοινοποίηση της τελεσίδικης απόφασης και τα αποτελέσματά της όπως ρητά ορίζεται ανατρέχουν στο χρόνο άσκησης της πρώτης προσφυγής ε οπότε στην ουσία το άρθρο αυτό προβλέπει τις περιπτώσεις στο άρθρο 70 προβλέπει τις περιπτώσεις για τις οποίες μπορεί να ασκηθεί δεύτερη προσφυγή που στην ουσία είναι όταν η πρώτη έχει απορριφθεί τελεσιδίκως για οποιονδήποτε τυπικό λόγο προβλέπει όμως περιπτώσεις που είναι τυπικοί λόγοι για τους οποίους όμως δεν μπορεί να ασκηθεί δεύτερη και αυτή είναι για παράδειγμα η απόρριψη της προσφυγής ως εκπρόθεσμης άρα αν ασκήσεις εσύ μία προσφυγή ο διάδικος ασκήσει προσφυγή ε εκπροθέσμως και αυτή απορριφθεί η προσφυγή από το δικαστήριο ως εκπρόθεσμη απαράδεκτη ως εκπρόθεσμη σε αυτή την περίπτωση δεν μπορείς να ασκήσεις ε δεύτερη προσφυγή ρητά προβλέπεται στο άρθρο 70 του κώδικα διοικητικής δικονομίας οπότε θα έχετε αυτές τις δύο διατάξεις στο νου αν σας ρωτήσουν για άσκηση δεύτερης προσφυγής ή δεύτερης αγωγής άρθρο 70 και άρθρο 76 του κώδικα διοικητικής δικονομίας και θα τα δείτε καλά τα άρθρα αυτά γιατί προβλέπουν συγκεκριμένες ρυθμίσεις και συγκεκριμένες προθεσμίες όπως μόλις τις είπαμε αυτά λοιπόν και για την προσφυγή ας περάσουμε τώρα λίγο ειδικότερα στην αγωγή η αγωγή επαναλαμβάνω όπως προείπα είναι το ένδικο βοήθημα με το οποίο ένας ιδιώτη ζητά από το δικαστήριο να του αναγνωριστεί κάποια χρηματική αξίωση ή να το τοβλερονε το οποίο του οφείλει το δημόσιο από κάποια έννομη σχέση δημοσίου δικαίου στην ουσία με την αγωγή θα δείτε ότι ζητάτε αποζημίωση ζητούνται χρήματα από τον διάδικο και έτσι θα καταλάβετε τι το ένδικο βοήθημα το οποίο έχετε στο πρακτικό σας είναι η αγωγή δημιουργεί διαφορά ουσίας επαναλαμβάνω και για οποιοδήποτε ζήτημα δικονομικό θα ανατρέξετε στον κώδικα διοικητικής δικονομίας για δικονομικό ζήτημα για την αγωγή θέλω να σημειώσετε ε τα άρθρα επίσης 105 και 106 εισαγωγικού νόμου του αστικού κώδικα 105 και 106 εισαγωγικού νόμου του αστικού κώδικα που αφορούν την αγωγή αποζημίωσης τώρα δικονομικά πώς ασκείται η αγωγή η αγωγή ασκείται με κατάθεση οπότε για να ασκήσει την αγωγή πρέπει απλώς να καταθέσεις το δικόγραφο αυτό προβλέπεται ρητά στο άρθρο 126 παράγραφος 1 του κώδικα διοικητικής δικονομίας ωστόσο η αλήθεια είναι ότι αγωγή κοινοποιείται όπως τα έχετε ακούσει επιδίδεται οπότε ε αυτό προβλέπεται στο άρθρο 75 του κώδικα διοικητικής δικονομίας θα πρέπει η αγωγή να επιδοθεί γιατί ε δηλαδή τι συμβαίνει με την επίδοση της αγωγής με την επίδοση της αγωγής επέρχονται τα κατά το ουσιαστικό δίκαιο έννομα αποτελέσματα της άσκησής της τα οποία ποια είναι η τοκοφορία και η διακοπή της παραγραφής άρα με τη την επίδοση της αγωγής ξεκινά η τοκοφορία ε και επίσης η παραγραφή που προβλέπεται για παράδειγμα πενταετής παραγραφή που προβλέπεται διακόπτεται με την επίδοση όχι απλώς με την κατάθεση της αγωγής άρα στην ουσία επιδίδει την αγωγή για να ξεκινήσεις το χορεία και να διακόψεις την παραγραφή αυτό ένα ζήτημα δεύτερο έτσι που θα θέλω θέλω να θυμάστε σας τα πω επιγραμματικά ε σχετικά με την αγωγή είναι ότι αυτή είναι αυτοτελής είναι ένα ένδικο βοήθημα αυτοτελές σε σχέση με την προσφυγή ή την αίτηση ακύρωσης και τι σημαίνει αυτό τελλας σημαίνει ότι δεν είναι προϋπόθεση για την άσκηση της αγωγής ή προηγούμενη άσκηση αίτησης ακύρωσης ή προσφυγής δηλαδή ε δεν είναι απαραίτητο να ασκήσεις πρώτα αίτηση ακύρωση κατά μιας πράξης η οποία ε σένα σου προκαλεί ζημία και στη συνέχεια να σκει εισαγωγή μπορείς κατευθείαν να σκει εις αγωγή και μάλιστα σε αυτή την περίπτωση το δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να ελέγξει το ίδιο το δικαστήριο της αγωγής τη νομιμότητα της πράξης ή της παράλειψης η οποία προκάλεσε τη σημεία εφόσον φυσικά δεν υπάρχει δεδικασμένο οπότε αυτό μάλλιστα να σημειώσετε προβλέπεται ρητά και στον κώδικα διοικητικής δικονομίας είναι το άρθρο 80 παράγραφος 2 το οποίο αναφέρει τά σας το διαβάζω ε με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 4 το άρθρο 71 ή σε τυχόν άλλες ειδικές διατάξεις αν η αξίωση θεμελιώνεται στο παράνομο εκτελεστής διοικητικής πράξης ή παράληψη το δικαστήριο εφόσον δεν υπάρχει δεδικασμένο κρίνει παρεπιπτόντως τη νομιμότητα της πράξης ή της παράληψη αυτής ε αυτά τέταρτο ζήτημα επί αγωγής το αίτημά της μπορεί να είναι είτε αναγνωριστικό είτε καταψηφιστικό το αναγνωριστικό αίτημα μπορεί να αφορά μόνο την ύπαρξη ορισμένης χρηματικής απαίτησης δηλαδή δεν μπορεί να έχει ως αίτημα την ύπαρξη ή την ανυπαρξία κάποιας έννομης σχέσης αναγνωρίζεται μόνο η ύπαρξη ορισμένης χρηματικής απαίτησης εμ αυτό που θα πρέπει να θυμάστε στο αναγνωριστικό και στο καταψηφιστικό αίτημα είναι ότι στο γνωρι σε περίπτωση καταψηφιστικού αιτήματος μόνο τότε πρέπει να καταβληθεί δικαστικό ένσημο διαφορετικά δεν καταβάλλετε δικαστικό ένσημο εμ τι άλλο να σας πω για την αγωγή υπάρχει δυνατότητα η το δικαστήριο να κηρύξει την απόφαση προσωρινός εκτελεστή μόνο όμως αν το αίτημα της αγωγής είναι καταψηφιστικό αυτό προβλέπεται στο άρθρο 80 παράγραφος 3 του κώδικα διοικητικής δικονομίας επίσης είναι απαράδεκτη να σας πωε η η άσκηση αγωγής επί φορολογικών διαφορών στις φορολογικές διαφορές μπορεί να ασκηθεί μόνο προσφυγή επίσης είναι απαράδεκτη άσκηση αγωγής υπό αίρεση και τέλος ε όπως σας είπα και πριν στο άρθρο 76 του κώδικα διοικητικής της οικονομίας προβλέπει τη δυνατότητα άσκησης δεύτερης αγωγής μόνο όμως αν η πρώτη απορρίφθηκε τελεσίδικα για λόγους τυπικούς όπως είναι για παράδειγμα άλλο παράδειγμα θα σας πω εδώ η έλλειψη νομιμοποίησης του πληρ οσιο δικηγόρου ας πούμε ο δικηγόρος δεν πήγε τα στοιχεία της νομιμοποίησης του σε αυτή την περίπτωση ναι μπορεί να ασκηθεί δεύτερη αγωγή κατόπιν της τελεσίδικης απόρριψης της πρώτης για αυτόν τον τυπικό λόγο αυτά για την αγωγή ε πριν μπούμε στην ανακοπή εκτέλεσης επειδή δεν σας το είπα πριν ε αν ερωτηθείτε σχετικά με παράβολο θα πρέπει να θυμάστε το άρθρο 277 του κώδικα διοικητικής δικονομίας το οποίο προβλέπει ειδικά ε παράβολα επί προσφυγής επί ανακοπής εκτέλεσης που θα δούμε τώρα ε θα τα δείτε σστο συγκεκριμένο άρθρο συνήθως είναι 100€ υπάρχουν όμως και ειδικές ρυθμίσεις για τις κοινωνικοασφαλιστικές διαφορές που είναι μικρότερο ποσό αλλά και για τις φορολογικές διαφορές όπου το παράβολο είναι αναλογικό 1% επί του αντικειμένου της διαφοράς συνεχίζουμε λοιπόν ανακοπή εκτέλεσης ε σας είπα και πριν η ανακοπή είναι το ένδικο βοήθημα κατά των πράξεων που εκδίδονται στο πλαίσιο της εκτέλεσης πολύ απλά εάν έχετε μπροστά σας μία πράξη η οποία σας θυμίζει κάτι απ τη διαδικασία της εκτέλεσης θα ανατρέξετε στο άρθρο 217 του κώδικα διοικητικής δικονομίας και θα δείτε εκεί τις πράξεις αυτές δηλαδή ταμειακή βεβαίωση εσόδου κατασχετήρια έκθεση πρόγραμμα πλειστηριασμού έκθεση πλειστηριασμού πίνακας κατάταξης ή αρνητική δήλωση νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ως τρίτο ε θα τα δείτε συγκεκριμένα στο άρθρο 217 παράγραφος 1 και δ εφόσον είναι μία πράξη η οποία βρίσκεται εδώ τότε η απάντηση στο ερώτημα ποιο είναι το κατάλληλο ενδικο βοήθημα η απάντηση είναι η ανακοπή εκτέλεσης η ανακοπή εμ τώρα να σας πω το εξής η ανακοπή ε για την ανακοπή εφαρμόζεται για τη δικονομία ο κώδικας διοικητικής δικονομίας ωστόσο ο κώδικας διοικητικής δικονομίας εφαρμόζεται μόνο εφόσον η απαίτηση προς ικανοποίηση της οποίας επισπεύδεται και η εκτέλεση ε κατά τοου οφειλέτη προέρχεται από έννομη σχέση δημοσίου δικαίου για παράδειγμα εάν ας πούμε επισπεύδεται εκτέλεση γιατί έννομη σχέση εμ γιατί μάλλον ο ιδιώτης οφείλει φόρους σστο δημόσιο και το δημόσιο εκτελεί κατά του ιδιώτη σε αυτή την περίπτωση ναι ε εφαρμόζεται ο κώδικας διοικητικής δικονομίας και τα άρθρα 216 και επόμενα αυτού τώρα ως προς την αρμοδιότητα του δικαστηρίου εδώ υπάρχει ειδική ρύθμιση δηλαδή δεν ανατρέχετε στο άρθρο 6 και τ του κώδικα διοικητικής δικονομίας αντιθέτως ανατρέχετε στο άρθρο 218 του κώδικα διοικητικής δικονομίας το οποίο προβλέπει ότι σε αυτές τις περιπτώσεις αρμόδιο είναι το μονομελές πρωτοδικείο σε πρώτο βαθμό σε κάθε περίπτωση και σε δεύτερο βαθμό το τριμελές εφετείο υπάρχει μόνο μία ρύθμιση ειδική κατά των 60.000€ για το δεύτερο βαθμό αρμόδιο είναι το μονομελές εφετείο οπότε καθ ύλην αρμόδιο δικαστήριο είναι το μονομελές ε διοικητικό πρωτοδικείο σύμφωνα με το άρθρο 218 του κώδικα διοικητικής δικονομίας σε ότι αφορά την κατά τόπον αρμοδιότητα το ώ πάλι θα ανατρέξετε στο συγκεκριμένο άρθρο 218 μάλιστα στη παράγραφο 2 αυτού το οποίο προβλέπει συγκεκριμένα ότι κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο είναι στην περίπτωση της ανακοπής κατά πράξης ταμιακής βεβαίωσης το δικαστήριο όπου εδρεύει η αρχή που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη και σε κάθε άλλη περίπτωση το δικαστήριο του τόπου της εκτέλεσης τώρα ειδική ρύθμιση υπάρχει ως προς την προθεσμία γενικά στην ανακοπή εάν το ένδικο βοήθημα το οποίο έχετε μπροστά σας είναι η ανακοπή θα πρέπει πρώτα να δείτε τις διατάξεις των άρθρων 216 και επόμενα οι οποίες έχουν ειδικές ρυθμίσεις αν κάτι δεν ρυθμίζεται εδώ για παράδειγμα το παράβολο τότε ναι η νομιμοποίηση του δικηγόρου τότε ναι θα ανατρέξετε στις γενικότερες διατάξεις του κώδικα διοικητικής δικονομίας αν κάτι όμως υπάρχει εδώ προβλέπεται εδώ και τα πιο σημαντικά είναι αυτά τα οποία σας αναγράφω και στις σημειώσεις που θα αναρτηθούν στην εανδα τότε θα θα θα τη βρείτε εδώ την απάντησή σας οπότε η προθεσμία επίσης προβλέπεται ρητά είναι το άρθρο 220 είναι 30 ημέρες και υπάρχουνε διάφορες ρυθμίσεις σχετικά με την έναρξή της δεν χρειάζεται να τα ξέρετε απ έξω απλώς να ξέρετε ότι θα πρέπει να ανατρέξετε στο συγκεκριμένο άρθρο και να δείτε πότε ξεκινούν αυτές οι 30 ημέρες ε ειδικώς μόνο για το πρόγραμμα πλειστηριασμού η προθεσμία είναι 10 ημέρες προβλέπεται και αυτό ρητά σστο άρθρο ε 2020 20 του κώδικα διοικητικής δικονομίας τώρα αυτά για την ανακοπή ένα άλλο ένδικο βοήθημα το οποίο θα δούμε αρκετά γρήγορα απλώς θέλω να το χειο αυτό κατά νου είναι η υπαλληλική προσφυγή η υπαλληλική προσφυγή προβλέπεται στο άρθρο 103 παράγραφος 4 του συντάγματος και πότε ασκείται ασκείται κατά αποφάσεων υπηρεσία κών συμβουλίων τα οποία αποτελούνται κατά τα 2/3 από μόνιμους δημοσίους υπαλλήλους και με αυτές τις αποφάσεις οι οποίες προσβάλλονται με αλήτη προσφυγή επιβάλλεται κάποια ποινή σε μόνιμο δημόσιο υπάλληλο και ποια είναι αυτή η ποινή είναι η ποινή της οριστικής παύσης ή του υποβιβασμού με άλλα λόγια λοιπόν μόνο εάν σστο πρακτικό δείτε ότι σε δημόσιο μόνιμο δημόσιο υπάλληλο επιβάλλεται η ποινή της οριστικής παύσης ή του υποβιβασμού και μάλιστα από απόφαση υπηρεσιακού συμβουλίου το οποίο αποτελείται κατά τα 2/3 από μόνιμους δημοσίους υπαλλήλους μόνο σε αυτή την περίπτωση η απάντηση στο ερώτημα ποιο είναι το κατάλληλο ένδικο βοήθημα και το αρμόδιο δικαστήριο η απάντηση είναι ότι σύμφωνα με το άρθρο 103 παράγραφος 4 του συντάγματος ε κατάλληλο ένδικο βοήθημα είναι η υπαλληλική προσφυγή η οποία πρέπει να ασκηθεί στο συμβούλιο της επικρατείας και μάλιστα μόνο σε αυτή την περίπτωση προσφυγής δεν εφαρμόζεται ο κώδικας διοικητικής δικονομίας αλλά εφαρμόζονται τα άρθρα 41 και επόμενα του άρθρου ε συγγνώμη του προεδρικού διατάγματος 18ου 1989 η δικονομία λοιπόν του συμβουλίου της επικρατείας εφόσον η υπαλληλική αυτή προσφυγή του άρθρου 103 παράγραφος 4 του συντάγματος ασκείται στο συμβούλιο της επικρατείας οπότε επαναλαμβάνω ε μόνο αν δείτε στο πρακτικό ότι επιβάλλεται ποινή οριστικής παύσης ή υποβιβασμού σε μόνιμο δημόσιο υπάλληλο και μάλλιστα αυτή η ποινή ε επιβάλλεται ε με απόφαση υπηρεσιακού συμβουλίου το οποίο αποτελείται κατά τα 2/3 από μόνιμους δημοσίους υπαλλήλους και με υπαλληλική προσφυγή προβλε προσβάλλει αυτή η πράξη της ποινής αυτή η ποινή λοιπόν μόνο προσβάλλεται με την υπαλληλική προσφυγή ποινή οριστικής παύσης υποβιβασμού εάν έχουμε κάποια άλλη πειθαρχική ποινή πέραν της οριστικής παύση του υποβιβασμού ε παράδειγμα η προσωρινή παύση μόνο εάν ο υπαλληλικός κώδικας προβλέπει υπαλληλική προσφυγή τότε σε αυτή την περίπτωση αυτή ασκείται σστο διοικητικό εφετείο και δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του του συντάγματος και συγκεκριμένα δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 103 παράγραφος 4 του συντάγματος θα τα δείτε και αυτά αναλυτικά στις ε σημειώσεις μου τώρα προσωρινή δικαστική προστασία για την προσωρινή δικαστική προστασία κάνω τη διάκριση ακυρωτικές και ουσιαστικές διαφορές έτσι θέλω να τα δείτε και στο διάβασμά σας έτσι σας τα έχω αναρτήσει κιόλας οπότε στις ακυρωτικές διαφορές ε αυτό το οποίο αν σας αν ερωτηθείτε με ποιον ποιον τρόπο μπορεί ο διάδικος να ζητήσει την προσωρινή του δικαστική προστασία τότε για τις ακυρωτικές διαφορές θα ανατρέξετε στο άρθρο 52 του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 άρθρο 52 εκεί είναι όλες οι ρυθμίσεις οι λόγοι τα πάντα θέλω να θυμάστε το εξής ότι πρώτα πρέπει να ασκήσεις αίτηση ακύρωσης και στη συνέχεια να ασκήσεις την αίτηση αναστολής η αίτηση αναστολής ε ασκείται ε κατά ατομικών διοικητικών πράξεων η αλήθεια είναι ότι υποκείμενες η αναστολή μπορούν να είναι και κάποιες κανονιστικές πράξεις ε καταρχήν όμως δεν επιτρέπεται η αναστολή εκτέλεσης κανονιστικών πράξεων η νομολογία ωστόσο του συμβουλίου της επικρατείας έχει δεχθεί ότι μπορούν να ανασταλούν και κανονιστικές πράξεις μόνο όμως για τον ετούτα εφόσον αυτός αποδείξει συγκεκριμένη και ευθεία βλάβη του η οποία προέρχεται από την κανονιστική αυτή πράξη και η αναστολή ισχύει μόνο για αυτόν οπότε είναι μία εξαίρεση στην ουσία οι λόγοι για τους οποίους μπορεί να χορηγηθεί η αναστολή εκτέλεσης είναι στο άρθρο 52 και είναι η ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη βλάβη ή το προδήλως βάσιμο της αίτησης ακύρωσης μόνο αυτοί οι δύο λόγοι είναι λοιπόν ανεπανόρθωτη βλάβη ή δυσχερώς επανορθώσιμη ή το προδήλως βάσιμο της αίτησης της ακύρωσης μάλιστα το άρθρο 52 δώστε μου 1 δευτερόλεπτο να σας πω ακριβώς για την παράγραφο θα δείτε τις παραγράφους 52 παράγραφος 67 ε προβλέπετε εδώ λοιπόν προβλε ό τη λόγοι δηλαδή το δήλος βάσιμο και η ανεπανόρθωτα ή της καιρός επανορθώσιμη βλάβη ωστόσο προβλέπεται και περιπτώσεις κατά τις οποίες μπορεί να απορριφθεί αίτηση αναστολής για παράδειγμα για λόγους δημοσίου συμφέροντος επίσης εκτός από την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 52 το δικαστήριο μπορεί να διατάξει ε και κάθε άλλο κατά περίπτωση κατάλληλο μέτρο το οποίο εκείνο κρίνει χωρίς να δεσμεύεται από τις προτάσεις των διαδίκων οπότε εάν ερωτηθείτε για προσωρινή δικαστική προστασία και η διαφορά που έχετε σστο πρακτικό σας είναι ακυρ κή τότε θα σας έρθει στο νου η αναστολή εκτέλεσης της διοικητικής πράξης και θα ανατρέξετε στο άρθρο 52 σστο οποίο θεωρώ ότι θα βρίσκονται οι απαντήσεις στα ερωτήματα που θα σας τεθούν γιατί είναι ένα άρθρο το οποίο περιλαμβάνει σχεδόν όλες τις ρυθμίσεις τώρα στις ουσιαστικές διαφορές σχετικά με την προσωρινή δικαστική προστασία θα ανατρέξετε στα άρθρα 200 και επόμενα του κώδικα διοικητικής δικο νομί εδώ θα κάνουμε τη διάκριση προσφυγή ξεκινάμε με την προσφυγή για την προσφυγή θα ανατρέξετε στα άρθρα ε 200 και επόμενα όπως σας είπα συγκεκριμένα οι λόγοι της προσφυγής ε της αναστολής μάλλον επ προσφυγής είναι η ανεπανόρθωτη βλάβη και το προδήλως βάσιμο της προσφυγής υπάρχει μία ειδική ρύθμιση για τις φορολογικές και τις τελωνειακές διαφορές και για τις διαφο ρς οι οποίες έχουνε κάποιο χρηματικό αντικείμενο αυτή είναι αρκετά σημαντική ρύθμιση ιδίως προς τις διαφορές που έχουνε χρηματικό αντικείμενο παράδειγμα είνα πρόστιμο είναι το άρθρο 202 παράγραφος 2 σε αυτή την περίπτωση το δικαστήριο με την απόφαση του μπορεί να ορίσει ότι το ανασταλτικό αποτέλεσμα δεν καταλαμβάνει τη λήψη ενός ή περισσότερων αναγκαστικών μέτρων είσπραξης ή διοικητικών μέτρων για τον εξαναγκασμό ήτη διασφάλιση της σύσπασης της οφειλής επί συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων του ετούτος τα οποία αναφέρονται στην απόφαση οπότε σε αυτή την περίπτωση το δικαστήριο με την απόφασή του ορίζει ε ποια συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία του ετούτος του προσφεύγω του ετούτος στην αναστολή ε δεν καταλαμβάνουν ε δεν καταλαμβάνονται από αυτό το ανασταλτικό αποτέλεσμα δηλαδή το ανασταλτικό αποτέλεσμα δεν καταλα λαμβάνει τη λήψη κάποιων αναγκαστικών μέτρων επί συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων του ετούτος αυτό το ορίζει ρητά η απόφαση και είναι μία ειδική ρύθμιση η οποία αφορά τις φορολογικές τις τελωνιακοί διαφορές με χρηματικό αντικείμενο όπως είναι ας πούμε μία κύρωση τώρα ε επαναλαμβάνω οι λόγοι της αναστολής όπως σας είπα να επανόρθωση βλάβη ή προδήλως βάσιμο της προσφυγής προβλέπονται και αυτά στο άρθρο 202 η αρμοδιότητα προβλέπεται στο 2011 του διοικητικής δικονομίας δηλαδή αρμόδιο για τη χορήγηση της αναστολής είναι το δικαστήριο το οποίο ε στο οποίο εκκρεμεί η προσφυγή ε και μάλιστα το άρθρο 202 προβλέπει και περιπτώσεις που απορρίπτεται η ε η αίτηση αναστολής στις σημειώσεις έχω ακριβώς τις διατάξεις ε για τις οποίες τις οποίες θα πρέπει να δείτε και να γνωρίζετε για παράδειγμα πια ανακοπής η προσωρινή δικαστική προστασία προβλέπεται στο άρθρο 228 του κώδικα διοικητικής δικονομίας επίσης θα πρέπει να γνωρίζετε την προσωρινή ρύθμιση κατάστασης δεν χρειάζεται να να τα ξέρετε απ έξω τα συγκεκριμένα απλώς να ξέρετε να ανατρέχετε στις διατάξεις για τυχόν ερωτήματα είναι το άρθρο 210 και η προσωρινή επιδίκαση απαίτησης είναι το άρθρο 211 και επόμενα του κώδικα διοικητικής δικονομίας ε η οποία ισχύει μόνο επί καταψηφιστικής αγωγής για την οποία επίσης θυμίζω ότι έχουμε και τη δυνατότητα προσωρινής εκτελεστότητας της από απόφασης ε η οποία προβλέπεται στο άρθρο 80 παράγραφος 3 του κώδικα διοικητικής δικονομίας κλείνοντας σιγά-σιγά την εισήγηση θα δούμε ε τα ένδικα μέσα τα οποία θα πρέπει να γνωρίζεται στις ακυρωτικές διαφορές διαγραμματικά ε ασκείτε τηση ακρι στο συμβούλιο της επικρατείας κατά αυτής της απόφασης δεν μπορείς να ασκήσεις όπως καταλαβαίνετε κομ μέ το συμβούλιο της επικρατείας είναι το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο δεν προβλέπεται έφεση κατά ε αυτής της απόφασης προφανώς εφόσον έχουμε αίτηση ακύρωσης δεύτερη περίπτωση ενώπιον του διοικητικού εφετείου ή του διοικητικού πρωτοδικείου σε αυτή την περίπτωση ναι υπάρχει δυνατότητα να ασκηθεί έφεση υπό κάποιες προϋποθέσεις η οποία έφεση ασκείται ενώπιον του συμβουλίου της επικρατείας και σε αυτή την περίπτωση εφαρμόζονται τα άρθρα 58 και επόμενα του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 επαναλαμβάνω είμαστε σε ακυρωτικές διαφορές αν ασκείται αίτηση ακύρωσης στο στ επη αυτής της απόφασης δεν προβλέπεται κάποιο ένδικο μέσο αν ασκείται έφεση αν ασκείται αίτηση ακύρωσης ενώπιον του διοικητικού εφετείου του διοικητικού πρωτοδικείου εφόσον η διαφορά δεν είναι ανέκκλητη μπορεί να ασκηθεί έφεση ενώπιον του συμβουλίου της επικρατείας και εφαρμογή έχουνε τα άρθρα 58 και επόμενα του προεδρικού διατάγματος 18 τ 1989 σχετικά με τις διαφορές οι οποίες είναι ανέκκλητες θεωρώ πάρα πολύ σημαντικά τα άρθρα 5 και 5α του νόμου 702 του 77 συγκεκριμένα στο άρθρο 5α προβλέπονται εξαιρέσεις από τις διαφορές οι οποίες μάλλον ε σύμφωνα με το άρθρο 5 να ξεκινήσω του νόμου 72 77 εμ οι διαφορές οι οποίες υπόκειται σε έτη η ακύρωση ενώπιον του διοικητικού εφετείου μπορούν να κατά αυτόν μπορεί να ασκηθεί έφεση στο συμβούλιο της επικρατείας ωστόσο υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 5α του νόμου 702 του 77 πρόκειται λοιπόν για ανέκκλητες διαφορές στις οποίες ανέκκλητες διαφορές στη δεύτερη παράγραφο του 5α υπάρχουνε κάποιες εξαιρέσεις και υπόκεινται αυτές οι διαφορές σε έφεση πολύ σημαντική διάταξη ε ιδίως για δημοσιοϋπαλληλικού άδειες οι οποίες υπόκειται σε δικ εφετείο και θεωρώ αρκετά σημαντικές υποθέσεις που θα μπορούσαν να ερωτηθούν σε εσάς σε αυτή την περίπτωση λοιπόν αν δείτε έφεση θα πρέπει να ανατρέξετε στο άρθρο 5α για να δείτε αν υπόκειται ή όχι σε έφεση ενώπιον του συμβουλίου της επικρατείας μία διαφορά η οποία έχει προσβληθεί με ένθεση ακύρωσης στο διοικητικό εφετείο και εφόσον καταλήξει στο ότι ναι μπορεί να ασκηθεί έφεση τότε εκεί θα ανατρέξτε στα άρθρα 58 και επόμενα του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 εδώ θέλω να προσέξετε ιδιαίτερα την προϋπόθεση παραδεκτού η οποία προβλέπεται σε αυτές τις διατάξεις για την έφεση σύμφωνα με την οποία θα πρέπει να προβάλλεται από το διάδικο με συγκεκριμένους ισχυρισμούς ότι δεν υπάρχει νομολογία του συμβουλίου της επικρατείας ή ότι υπάρχει αντίθεση της προσβαλλόμενης απόφασης προς τη νομολογία του συμβουλίου της επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου ε είτε προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου ε σε αυτή την περίπτωση μόνο επιτρέπεται έφεση για το νομικό ζήτημα ε το οποίο αναφέρεται στην έφεση ο προθεσμία επίσης είναι 60 ημέρες προβλέπονται όλα στις διατάξεις αυτές τώρα στις ακυρωτικές διαφορές εκτός από την τυχόν έφεση άλλο ένδικο μέσο είναι τρίτα ανακοπή θα δείτε το άρθρο 51 του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 και επίσης στις ακυρωτικές διαφορές πολύ πολύ σημαντικό δεν προβλέπεται ανακοπή ερημοδικίας δηλαδή στις ακυρωτικές διαφορές για οποιονδήποτε λόγο και αν δεν παραστεί ο ο ετών δεν μπορεί να ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας το μόνο που μπορεί να ασκηθεί είναι η αίτηση επανασυζήτηση της υπόθεσης η οποία προβλέπεται σστο άρθρο 27 παράγραφος 5 του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 και είναι η λεγόμενη αίτηση επανασυζήτηση και είναι οι περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν νομιμοποιήθηκε για λόγους ανωτέρας βίας ο πληρεξούσιος δικηγόρος του ετούτος μόνο σε αυτή την περίπτωση μπορεί να ασκηθεί αίτηση η επανασυζήτηση υπάρχει συγκεκριμένη προθεσμία θα το δείτε το συγκεκριμένο άρθρο οπότε δεν προβλέπεται ανακοπή ερημοδικίας στις ακυρωτικές διαφορές πολύ σημαντικό προβλέπεται μόνο αίτηση επανασυζήτηση για λόγους μ μη νομιμοποίησης του πληρεξούσιου δικηγόρου για λόγους ανωτέρας βίας άρθρο 27 παράγραφος 5 προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 τώρα στις ουσιαστικές διαφορές πάλι διαγραμματικά εφόσον έχουμε προσφυγή αγωγή ή ανακοπή και εκδίδεται απόφαση επ αυτών στη συνέχεια αυτό που μπορούμε να ασκήσουμε είναι έφεση εκτός αν η διαφορά είναι ανέκκλητη θα το δούμε εμ ή και στη συνέχεια μετά την έφεση μπορούμε να ασκήσουμε αναίρεση πρέπει πρώτα να ασκηθεί έφεση και μετά αναίρεση αν δεν ασκηθεί έφεση δεν μπορείς να ασκήσεις απευθείας αναίρεση το μόνο μόνο που θα θελω να προσέξετε εδώ είναι οι περιπτώσεις κατά τις οποίες σε πρώτο βαθμό είναι αρμόδιο το διοικητικό εφετείο για παράδειγμα στις φορολογικές διαφορές άνω των 150.000€ ή στις διαφορές από δημόσιες συμβάσεις ε σε αυτές τις περιπτώσεις το διοικητικό εφετείο που φαίνεται σε πρώτο και τελευταίο βαθμό οπότε σε αυτές τις περιπτώσεις αυτό που μπορείς να κάνεις μετά είναι να ασκήσεις αναίρεση όχι έφεση ως προς τις διατάξεις ε θα τις δείτε είναι τα άρθρα 92 και επόμενα του κώδικα διοικητικής δικονομίας θέλω να τις δείτε συγκεκριμένα αυτές τις διατάξεις γιατί εκεί προβλέπονται ποιες διαφορές είναι ανέκκλητες δεν θα τις αναλύσουμε τώρα λήψη χρόνου επίσης προβλέπεται η προθεσμία θα τα δείτε πολύ καλά επαναλαμβάνω είναι η έφεση στη ουσιαστικές διαφορές για την αναίρεση η αναίρεση δικάζεται από το συμβούλιο της επικρατείας πάντα οπότε για την αναίρεση θα ανατρέξετε στο προεδρικό διάταγμα 18 του 1989 και συγκεκριμένα στα άρθρα 53 και επόμενα εκεί λοιπόν πάλι ναι προβλέπονται συγκεκριμένες ρυθμίσεις θα τα δείτε προθεσμία ε πολύ πολύ σημαντικό και εκεί προϋπόθεση παραδεκτού ότι θα πρέπει να υπάρχει αντίθεση της προσβαλλόμενης απόφασης προς απόφαση του συμβουλίου της επικρατείας είτε να μην υπρ υπάρχει νομολογία επί του συγκεκριμένου ζητήματος επίσης στην αναίρεση υπάρχει το όριο των 40.000€ 53 παράγραφος 4 του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 ε άνω των 40.000€ μόνο μπορεί να ασκηθεί αναίρεση διαφορετικά η η η αναίρεση είναι απαράδεκτη υπάρχουν και εκεί κάποιες εξαιρέσεις κάποιες διαφορετικές μίσει θα τα δείτε συγκεκριμένα στη διάταξη τώρα επίσης στις ουσιαστικές διαφορές υπάρχει ανακοπή ερημοδικίας προβλέπεται ανακοπή ερημοδικίας στα άρθρα 89 και επόμενα επίσης προβλέπεται αίτηση αναθεώρησης στα άρθρα 101 και επόμενα του κώδικα διοικητικής δικονομίας αλλά και η τρίτα ανακοπή επίσης τον κώδικα διοικητικής δικονομίας άρθρο 106 και επόμενα τώρα [μουσική] εμ τέλος αίτηση επανάληψης διαδικασίας εδώ θα τελειώσουμε η αίτηση επανάληψης διαδικασίας προβλέπεται τόσο στο προεδρικό διάταγμα όσο και στον κώδικα διοικητικής δικονομίας στην ουσία είναι προβλέπεται αυτό το αυτό το ένδικο μέσο ως εμ μετά από απόφαση εδά δηλαδή εάν ο ετών ε ήτη θεί ας πούμε απορριφθεί η αίτηση ακύρωσης του στο συμβούλιο της επικρατείας α κόντας αίτηση ακύρωσης ας πούμε ε απορρίπτεται η αίτηση ακύρωσης προσφεύγει στο εδα και στη συνέχεια μετά το εδα μπορεί να επανέλθει σστο συμβούλιο της επικρατείας πώς ασκώντας την αίτηση επανάληψης της διαδικασίας για αυτήν θα δείτε το άρθρο 69α του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 και αν πρόκειται για ουσιαστική διαφορά θα δείτε το άρθρο 10 5α του κώδικα διοικητικής δικονομίας να σας πω ότι σε αίτηση επανάληψης διαδικασίας ε υπόκειται δικαστική απόφαση για την οποία κρίθηκε με απόφαση του εδα ότι εκδόθηκε κατά παραβίαση δικαιώματος που αφορά το δίκαιο χαρακτήρα της διαδικασίας που τηρήθηκε η διάταξης ουσιαστικού δικαίου της εσδ οπότε μόνο εάν δείτε στο πρακτικό σας ότι κάποιος θέλει να επανέλθει σω στέ κατόπιν απόφασης του εδά με την οποία κρίθηκε ότι ε η δικαστική απόφαση εκδόθηκε κατά παραβίαση δικαιώματος που αφορά το δίκαιο χαρακτήρα της διαδικασίας που τηρήθηκε η διάταξη ε ουσιαστικής διάταξης της εσδα τότε σε αυτή την περίπτωση αυτό που μπορεί να ασκήσει ο ο ετών είναι η αίτηση επανάληψης της διαδικασίας σύμφωνα με τα άρθρα 69α του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 και 105α του κώδικα διοικητικής δικονομίας η προθεσμία για αυτήν είναι 90 ημέρες και η προθεσμία αυτή ξεκινά από τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης του εδα τώρα εφόσον δεν υπάρχει κάποια ειδικότερη ρύθμιση στα άρθρα αυτά ανατρέχετε στα στα αντίστοιχα νομοθετήματα για παράδειγμα αν πρόκειται για ακυρωτική διαφορά ε υπάρχει ειδική ρύθμιση για την προθεσμία είναι 90 ημέρες όπως σας είπα που αρχίζετε τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης του εδα ωστόσο για παράδειγμα για το παράβολο εφόσον δεν υπάρχει ειδική ρύθμιση εδώ θα ανατρέξετε στο άρθρο του παραβόλου του προεδρικού διατάγματος 18 1989 που είναι το άρθρο 36 παράγραφος 1 αυτού ε 150€ εφόσον ήταν αίτηση ακύρωσης για παράδειγμα ε τέλος μιας και αναφέρθηκα στο παράβολο γιατί δεν το ανέφερα πριν προεδρικό για το παράβολο την αίτηση ακύρωσης θα δείτε το άρθρο 36 του προεδρικού διατάγματος 18 του 1989 και εκεί προβλέπεται συγκεκριμένη προθεσμία μέσα στην οποία το παράβολο πρέπει να κατατεθεί και αυτή είναι ένας μήνας από την κατάθεση της αίτησης ακύρωσης άρα καταθέτεις την αίτηση ακύρωσης και μέσα σε ένα μήνα πρέπει να καταθέσεις και το παράβολο διαφορετικά η αίτηση ακύρωσης απορρίπτεται ως απαράδεκτη αυτά ε ολοκληρώσαμε λοιπόν τα βασικά ζητήματα της διοικητικής δικονομίας είμαι στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε απορία σας εύχομαι καλή δύναμη στην προσπάθειά σας και καλή επιτυχία τώρα στις εξετάσεις σας καλό βράδυ